Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 2015

Η εξουσία της γλώσσας


Μου είπες, κάποτε
όταν δεν είχα άλλη επιλογή
να ξεφύγω από τις υποδείξεις
αδύναμος, ψυχή τε και σώματι
"ορίστε"
εγώ συνέχιζα "τι" να φωνάζω
αφού δεν ήξερα
το επιτηδευμένο να προσκυνώ
ναι, μάλιστα
μάλιστα, ναι
διατάξτε, εσείς, εξοχότης
από μικρός στα βάσανα
στον πόνο, στην απορία
και να που λύθηκε το μυστήριο
από τον καλύτερο μαθητή
τον πιο υποταγμένο
καλωσορίστε την εξουσία
Είσαι πιστός στο καθεστώς;
Μάλιστα
Θέλω μια απάντηση: Ναι ή Όχι
Μάλιστα
Και η ερώτηση κατενοήθη
μα η απόκρισις καλά εκπαιδευμένη αντιστάθηκε
με όπλο μια μακρά καταπίεση
τι ορίστε, τι μάλιστα
το Ναι και το Όχι ποτέ δεν σπατάλησα

Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2015

Μία ελαστική απόφαση-"ελατήριο" του Αρείου Πάγου

 

Σημείωση

Με την υπ'αριθμ. 51/2015 απόφαση του Ζ΄ Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, με αντίθετη εισαγγελική πρόταση, σχεδόν για πρώτη φορά γίνεται δεκτή αίτηση επανάληψης της διαδικασίας, προς όφελος καταδικασμένου, για σοβαρά κακουργήματα, με το πρόσχημα των "νέων αποδείξεων", ενώ στην πραγματικότητα γίνεται νέα αξιολόγηση του ήδη υπάρχοντος αποδεικτικού υλικού, αφού τα έγγραφα που προσκόμισε ο κατηγορούμενος δεν συνιστούν "νέες αποδείξεις" σύμφωνα με το άρθρο 525 παρ. 1 Κ.Π.Δ.

Θα περιοριστούμε να επισημάνουμε ότι η υπέρβαση του νόμου, και ουχί η παραβίασή του, και μάλιστα με οδηγό την αρχή της επιείκειας, και την "μετενέργεια" (ας ονομαστεί έτσι) του τεκμηρίου της αθωότητας, ακόμη και μετά την αμετάκλητη καταδίκη του κατηγορουμένου, είναι ευχής έργον, και ίδιον γενναίων και μη φοβισμένων δικαστών.

Όμως, με την επιφύλαξη της ουσίας της εν λόγω υπόθεσης, δηλαδή ποια θα ήταν η κρίση μας σχετικά με την ενοχή ή την αθωότητα του εν λόγω κατηγορουμένου, και λαμβανομένου υπ'όψιν ότι η εν λόγω απόφαση, όλως αντιφατικά, ενώ δέχεται την ενοχή του κατηγορουμένου, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το αδίκημα που τέλεσε είναι αυτό της ηθικής αυτουργίας σε βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη (και όχι σε απόπειρα ανθρωποκτονίας), χωρίς να παραθέτει τις νέες αποδείξεις που αξιολόγησε, και βάσει ποιου σκεπτικού αυτές κάνουν φανερό, ότι αυτός καταδικάστηκε για έγκλημα βαρύτερο από εκείνο που πραγματικά τέλεσε, αφού η εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού ανήκει στην ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας (εν προκειμένω του Μ.Ο.Ε.), και -όπερ και το σημαντικότερο- με δεδομένο ότι η Νομολογία του Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου είναι παντελώς διαφορετική σε άλλες περιπτώσεις, και άκρως ανελαστική, και τυπολατρική, γεννάται το ερώτημα γιατί σε αυτή την υπόθεση "μετεστράφη, χωρίς νομικό σκεπτικό, η αιτιολογία του".

51/2015 ΑΠ (ΠΟΙΝ) ( 647453)

(Α΄ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Ποινική Δικονομία. Αίτηση επανάληψης της διαδικασίας. Καταδίκη για ηθική αυτουργία σε απόπειρα δύο ανθρωποκτονιών με πρόθεση, για ηθική αυτουργία σε απλή συνέργεια απόπειρας δύο ανθρωποκτονιών, για ηθική αυτουργία οπλοχρησίας κατά συρροή στις ως άνω απόπειρες ανθρωποκτονιών κλπ. Πραγματικά περιστατικά. Εκφοβισμός και εκβίαση του πρώτου παθόντος, προκειμένου να τον αποστρέψουν από κάθε δικαστική κίνηση, σφράγιση ακάλυπτων επιταγών σε τράπεζες και επιδίωξη ικανοποίησης των απαιτήσεών του. Νέες αποδείξεις: α) διάφορα έγγραφα που αφορούν στις σπουδές του κατηγορουμένου, β) διάφορα έγγραφα που καταδεικνύουν την εγκληματική προσωπικότητα του παθόντος και γ) δύο (2) ένορκες καταθέσεις νέων μαρτύρων. Από τα ως άνω προκύπτει ότι ο κατηγορούμενος καταδικάστηκε για εγκλήματα βαρύτερα εκείνων που διέπραξε και πιο συγκεκριμένα έπρεπε να καταδικαστεί για τα ελαφρότερα εγκλήματα της ηθικής αυτουργίας σε βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη κατά συρροή και της ηθικής αυτουργίας σε απλή συνέργεια βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης κατά συρροή. Δέχεται εν μέρει την αίτηση επανάληψης της διαδικασίας κατά τις διατάξεις που κήρυξε ένοχο τον αιτούντα για τις πράξεις της ηθικής αυτουργίας σε απόπειρα ανθρωποκτονιών με πρόθεση κ.λπ. Επεκτείνει το ακυρωτικό αποτέλεσμα και στους φυσικούς αυτουργούς των πράξεων. Βλ. αντίθετη εισαγγελική πρόταση. 

Αριθμός 51/2015 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Z` ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ - ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Συγκροτήθηκε από τους δικαστές: Παναγιώτη Ρουμπή, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο - Εισηγητή, Ιωάννη Γιαννακόπουλο, Βασίλειο Καπελούζο και Πάνο Πετρόπουλο, Αρεοπαγίτες. Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Παντελή (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα. Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 10 Δεκεμβρίου 2014, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση του αιτούντος Σ. Π. του Α., κατοίκου ..... και ήδη κρατούμενου στο Κατάστημα Κράτησης Κορυδαλλού, ο οποίος παραστάθηκε στο ακροατήριο με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Μιχαλόπουλο για επανάληψη της διαδικασίας που περατώθηκε αμετάκλητα με την υπ` αριθμ. 372-390/2009 απόφαση του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών. Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ` αυτή, και ο αιτών ζητεί τώρα την επανάληψη της διαδικασίας, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 4 Ιουλίου 2014 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 798/2014. Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Γεώργιος Παντελής εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Μπόμπολη με αριθμό 108/25.9.2014, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα: "-Εισάγοντας, ενώπιον Σας, κατά τα άρθρα 527 § 3 εδ. β`, 528 § 1 εδ. α` και 529 ΚΠΔ, την από 4- 7- 2014 αίτηση Σ. Π. του Α., κρατουμένου στο Κατάστημα Κράτησης Κορυδαλλού, την οποίαν υπέβαλε δια της Γραμματείας του παραπάνω Καταστήματος- περί επαναλήψεως προς το συμφέρον αυτού της ποινικής διαδικασίας, που περατώθηκε με την υπ` αριθ. 372, 373, 374, 375, 380-387, 388, 389, 390/2009, αμετάκλητη ήδη, καταδικαστική απόφαση του ΜΟΕ Αθηνών (καθόσον η ασκηθείσα κατ` αυτής αναίρεσή του, απορρίφθηκε με την 779/2010 απόφαση του Αρείου Πάγου)-, εκθέτουμε τ` ακόλουθα: Ι. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 525 § 1 ΚΠΔ, "Η ποινική διαδικασία που περατώθηκε με αμετάκλητη απόφαση επαναλαμβάνεται προς το συμφέρον του καταδικασμένου για πλημμέλημα ή κακούργημα μόνο στις εξής περιπτώσεις 1)....2) αν ύστερα από την οριστική καταδίκη κάποιου, αποκαλύφθηκαν νέα άγνωστα στους δικαστές που τον καταδίκασαν γεγονότα ή αποδείξεις τα οποία μόνα τους, ή σε συνδυασμό με εκείνα, που είχαν προσκομισθεί προηγουμένως, κάνουν φανερό ότι αυτός που καταδικάσθηκε είναι αθώος, ή καταδικάσθηκε άδικα για έγκλημα βαρύτερο από εκείνο, που πραγματικά τέλεσε" (Α.Π. 1277/2008). -"Νέα γεγονότα ή αποδείξεις", που είναι ταυτόσημες έννοιες, είναι εκείνα που, είτε προϋπήρχαν της καταδίκης, αλλά ήσαν άγνωστα, είτε ανακαλύφθηκαν μετά την καταδίκη . Στην κατηγορία αυτή υπάγονται καταθέσεις νέων μαρτύρων ή συμπληρωματικές και διευκρινιστικές καταθέσεις όσων έχουν καταθέσει, νέα έγγραφα ή άλλα στοιχεία που διευκρινίζουν αμφίβολα σημεία της υποθέσεως τα οποία (νέα στοιχεία ) είτε μόνα τους είτε σε συνδυασμό με όσα προϋπήρχαν είναι βέβαιο, και όχι πιθανό, ότι οδηγούν στην αθώωση του κατ/νου . Αν όμως τα νέα γεγονότα ή αποδείξεις υποβλήθηκαν ρητά ή έμμεσα, στην κρίση του δικαστηρίου που καταδίκασε τον αιτούντα και απορρίφθηκαν από αυτό, έστω και εσφαλμένα, τότε δεν θεωρούνται νέα και κατά συνέπεια δεν μπορεί να αποτελέσουν την βάση για επανάληψη της διαδικασίας (ΑΠ 1300/2009, ΑΠ 444/2009, ΑΠ 263/2009, ΑΠ 1094/2006, ΑΠ 1139/2003, Π. Τσιρίδης: "Η επανάληψη της διαδικασίας προς όφελος του καταδικασθέντος (Νοβ. 44. 778 και επ., Δαλακούρας: "Περί των νέων και άγνωστων γεγονότων ή αποδείξεων στην επανάληψη της διαδικασίας " Υπερ. 1995/673, Δαλακούρας: "Η επανάληψη διαδικασίας 2007, σελ. 214 και 215 ). -Είναι όμως, ανεπίτρεπτη -μέσω της διαδικασίας της επαναλήψεως της διαδικασίας- η επιδίωξη του καταδικασθέντος να υπάρξει απλά ένας νέος ουσιαστικός επανέλεγχος της κατηγορίας (ΑΠ 2482/2008, ΑΠ 788/08). ΙΙ. Επομένως, η υπό κρίση αίτηση με την οποία ο αιτών ζητεί την επανάληψη της ποινικής διαδικασίας, που περατώθηκε με την, αμετάκλητη ήδη, υπ` αριθ. 372, 373, 374, 375, 380-387, 388, 389, 390/2009, του ΜΟΕ Αθηνών, γιατί -κατά τα λεγόμενά του- μετά την καταδίκη του, αποκαλύφθηκαν " νέες αποδείξεις", που καθιστούν φανερό ότι αυτός, είναι αθώος των εγκλημάτων για τα οποία καταδικάστηκε, είναι νόμιμη -σύμφωνα με τις προμνησθείσες διατάξεις, των άρθρων 527 §3 και 528 § 1 του ΚΠΔ- αρμοδίως δε και παραδεκτώς, εισάγεται ενώπιον Σας, και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ` ουσία. ΙΙΙ. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφασή του, το ΜΟΕ Αθηνών με την ανωτέρω απόφασή του, κήρυξε ενόχους τους: 1) Ι. Σ. απόπειρας ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο κατά συρροή σε βάρος των Α. Τ. και Δ. Ν., απόπειρας κακουργηματικής εκβιάσεως κατά συναυτουργία και κατ` εξακολούθηση, από κοινού, σε βάρος του Π. Μ., συμμορίας, παράνομης οπλοφορίας και οπλοχρησίας κατά συρροή, 2) Ε. Κ. απλής συνέργειας σε απόπειρα ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο κατά συρροή σε βάρος των ανωτέρω, απόπειρας κακουργηματικής εκβιάσεως κατά συναυτουργία και κατ` εξακολούθηση, από κοινού, σε βάρος του Π. Μ., συμμορίας και παράνομης οπλοφορίας και 3) Σ. Π. ηθικής αυτουργίας σε απόπειρα ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο κατά συρροή σε βάρος των ανωτέρω, ηθικής αυτουργίας σε απλή συνέργεια σε απόπειρα ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο κατά συρροή σε βάρος των ανωτέρω, απόπειρας πλημμεληματικής εκβιάσεως σε βάρος του Α. Τ., κακουργηματικής πλαστογραφίας με χρήση κατ` εξακολούθηση, ηθικής αυτουργίας σε παράνομη οπλοφορία κατά συρροή και ηθικής αυτουργίας σε οπλοχρησία κατά συρροή και τους καταδίκασε σε συνολική ποινή καθείρξεως 21 ετών και 10 μηνών, 17 ετών και 29 ετών και 1 μηνός (με εκτιτέα 25 έτη), αντιστοίχως, και χρηματική 1.000, 1.000 και 1.500 ευρώ, αντιστοίχως(αρθ. 1, 13γ`-στ`, 14, 16, 17, 18, 26§1α`, 27§1α`-, 42, 45, 46§1α`, 47§1α, 94§1, 96§1, 98, 187§3, 216§§1-3β, 299§1, 385§1β`- γ`του ΠΚ και άρθρ.1§1 α`- δ`, 10§§1-2, 13α, 14 ν.2168/1993, ως ισχύουν). -Στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως, το δικάσαν Μικτό Ορκωτό Εφετείο, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση όλων των μνημονευομένων, κατά το είδος τους, αποδεικτικών μέσων, δέχθηκε, μετά την παράθεση νομικής σκέψεως, ανελέγκτως, τα εξής: ".....Στις 31-1-2003 και ώρα 00.45` περίπου ο μάρτυρας κατηγορίας Π. Μ., ο οποίος διατηρούσε στην οδό ... αριθ. . , στην Αθήνα (περιοχή ...), κατάστημα (μπαρ) με το διακριτικό τίτλο "...", δέχθηκε στο πιο πάνω κατάστημά του την επίσκεψη του πρώτου κατηγορουμένου Ι. Σ., τον οποίο γνώριζε από διετίας ως εργαζόμενο στην είσοδο του μπαρ "..." και μάλιστα όχι μόνο κατ` όψιν αλλά και ονομαστικά. Κατά την επίσκεψή του αυτή ο πρώτος κατηγορούμενος συνοδευόταν από το δεύτερο Ε. Κ., τον οποίο ο Π. Μ., δεν γνώριζε μέχρι τότε και οποίος του συστήθηκε ως "Μ.", αλλά και από άλλα σωματώδη άτομα (περίπου δέκα), η ταυτότητα των οποίων δεν κατέστη δυνατό να διακριβωθεί και με τα οποία είχαν ενωθεί για να διαπράξουν σε βάρος του Π. Μ. το αδίκημα της εκβιάσεως. Ειδικότερα και οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι δήλωσαν στον Π. Μ., ότι εφεξής θα αναλάβουν την προστασία της επιχειρήσεώς του για την αποτροπή προκλήσεως βλάβης αυτής από τρίτα πρόσωπα. Του δήλωσαν δε ότι "έχουν γνωστούς στο Εκβιαστών να μην κάνει το λάθος να μιλήσει στην αστυνομία", ενώ η όλη στάση και παρουσία τους και ιδίως το γεγονός ότι συνοδεύονταν από σωματώδη άτομα καθιστούσε σαφές ότι η μη συμμόρφωσή του θα επέφερε βλάβη στην επιχείρησή του και στον ίδιο. Ο Π. Μ. αρχικά προσπάθησε να αρνηθεί αλλά στη συνέχεια, φοβούμενος τις συνέπειες, δέχθηκε να τους δώσει τον αριθμό του κινητού του τηλεφώνου, όπως του ζήτησαν. Στο διάστημα που επακολούθησε και μέχρι τις 13-2-2003 ο δεύτερος κατηγορούμενος τηλεφωνούσε επανειλημμένα στον Π. Μ. και του ζητούσε να του καταβάλει για την προστασία της επιχειρήσεώς του το ποσό των 200 ευρώ εβδομαδιαίως. Επειδή δε εκείνος αρνούνταν, τηλεφώνησε στη σύζυγό του και της είπε "πες στον άντρα σου να μας δώσει αυτά που θέλουμε, διαφορετικά θα έχει πρόβλημα η οικογένειά του". Στις 13-2-2003 ο δεύτερος κατηγορούμενος τηλεφώνησε στον Π. Μ. και του ζήτησε να συναντηθούν στη ... . Ο τελευταίος δέχθηκε και, συνοδευόμενος από το γιο του ..., το βράδυ της ίδιας ημέρας συναντήθηκε με τους δύο πρώτους κατηγορουμένους σε ένα ζαχαροπλαστείο στη ..., όπου αυτοί επανέλαβαν τις προαναφερθείσες εκβιαστικές αξιώσεις τους. Όμως ο Π. Μ. δεν υπέκυψε στις αξιώσεις αυτές αλλά αντίθετα στις 18-2-2003 τους κατήγγειλε στην αστυνομία και ειδικότερα τον μεν πρώτο ονομαστικά διότι, όπως προαναφέρθηκε τον γνώριζε από διετίας, τον δε δεύτερο αναγνώρισε από φωτογραφίες προσεσημασμένων προσώπων, οι οποίες του επιδείχθηκαν από τους αστυνομικούς. Εν τούτοις οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι συνέχισαν τις πιέσεις προς αυτόν μέχρι τις 25-5-2003, μάλιστα δε ο δεύτερος του τηλεφώνησε απειλητικά, λέγοντάς του "θα σε γαμήσω όταν σε πετύχω, θα έρθω στο σπίτι σου και θα δεις τι θα πάθεις". Από δε την επανειλημμένη τέλεση του εγκλήματος της εκβιάσεως, προϋπόθεση που συντρέχει και επί εγκλήματος κατ` εξακολούθηση, όπως στην προκειμένη περίπτωση (...), αλλά και από την υποδομή που οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι είχαν διαμορφώσει με πρόθεση επανειλημμένης τελέσεως της πράξεως αυτής, όπως το γεγονός ότι είχαν μεριμνήσει να συνοδεύονται από μεγάλο αριθμό σωματωδών ατόμων, προκύπτει σκοπός τους για πορισμό εισοδήματος αλλά και σταθερή ροπή τους για τη διάπραξη του εγκλήματος της εκβιάσεως ως στοιχείο της προσωπικότητάς τους. Για τα πιο πάνω με σαφήνεια και κατηγορηματικότητα είχε καταθέσει κατά την προδικασία ο Π. Μ., ο οποίος, όπως προαναφέρθηκε, κατονόμασε τον πρώτο κατηγορούμενο, αναγνώρισε δε ανεπιφύλακτα το δεύτερο από φωτογραφίες οι οποίες του επιδείχθηκαν από τους αστυνομικούς. Όμως με τις καταθέσεις του ενώπιον του πρωτοβάθμιου και του παρόντος δικαστηρίου αναίρεσε πλήρως εκείνες της προδικασίας, όταν δε του υποδείχθηκε τούτο με την ανάγνωση σχετικών περικοπών των προηγούμενων καταθέσεών του, προέβαλε διάφορες ασαφείς και μη πειστικές δικαιολογίες. Η πλήρης μεταστροφή των καταθέσεων του πιο πάνω μάρτυρα, που είναι συνήθης σε θύματα τέτοιου είδους πράξεων, μπορεί να αποδοθεί στο φόβο που αισθάνεται, ενόψει και του γεγονότος ότι συνεχίζει την επαγγελματική του δραστηριότητα σε νυκτερινά κέντρα, σε συνδυασμό με το ότι κατηγορούμενοι έδρασαν από κοινού με άλλα άτομα, τα οποία παραμένουν άγνωστα και ακόμα ελεύθερα. Η κρίση του δικαστηρίου για τα πιο πάνω δεν αναιρείται από οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό στοιχείο, λαμβανομένου υπόψη και του ότι η μεν μάρτυρας υπερασπίσεως Χ. Σ., μητέρα του πρώτου κατηγορουμένου, δεν καταθέτει ο,τιδήποτε σχετικά με την πιο πάνω κατηγορία, οι ίδιοι δε οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι με τις απολογίες τους δεν έδωσαν εύλογες και πειστικές εξηγήσεις για τις πιο πάνω πράξεις τους, επωφελούμενοι της μεταστροφής της καταθέσεως του Π. Μ.. Περαιτέρω ... αποδείχτηκαν ... τα εξής πραγματικά περιστατικά: Το καλοκαίρι του έτους 2001 ο μάρτυρας κατηγορίας και πρωτοδίκως παραστάς ως πολιτικώς ενάγων Α. Τ., ο οποίος διατηρούσε επιχείρηση εμπορίας χρωμάτων, ξυλείας και επίπλων στην οδό ... αριθ. . και ... στην Αθήνα (περιοχή ...), ανέλαβε εργολαβικά την εκτέλεση ξυλουργικών εργασιών και εργασιών διακοσμήσεως στο γυμναστήριο που διατηρούσε στη ... αριθ. .. , στα ..., ο τρίτος κατηγορούμενος Σ. Π., υπό τη μορφή ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία ".........................". Τα συνεργεία του Α. Τ., συνέχισαν να εργάζονται στο πιο πάνω γυμναστήριο του τρίτου κατηγορουμένου και το επόμενο καλοκαίρι του έτους 2002 ενώ ήδη λειτουργούσε το γυμναστήριο, διότι ο τρίτος κατηγορούμενος του ανέθεσε και πρόσθετες εργασίες. Παράλληλα ο τρίτος κατηγορούμενος είχε αναθέσει στο Χ. Μ., εργολάβο οικοδομών, την εκτέλεση διάφορων οικοδομικών εργασιών στον ίδιο χώρο. Η συμφωνημένη αμοιβή για τις εργασίες που εκτέλεσε ο Χ. Μ. ανήλθε στο ποσό των 156.000 ευρώ και για εκείνες που εκτέλεσε ο Α. Τ. στο ποσό των 45.000 ευρώ περίπου. Εν τω μεταξύ ο τρίτος κατηγορούμενος, για να πραγματοποιήσει τα επιχειρηματικά του σχέδια, είχε προσφύγει σε δανεισμό από Τράπεζες, όμως δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις του. Για το λόγο αυτό, επωφελούμενος της συνεργασίας του με τον Α. Τ., ζήτησε από τον τελευταίο να ανταλλάσσουν επιταγές ευκολίας προκειμένου, καταθέτοντας αυτές που του έδινε ο τελευταίος στις Τράπεζες με τις οποίες είχε συναλλαγή, να εξασφαλίζει τη συνέχιση του δανεισμού του. Η οφειλή του από την αιτία αυτή, ενόψει του ότι όσες επιταγές δόθηκαν από αυτόν στον Α. Τ. δεν καλύφθηκαν και κάθε φορά τις αντικαθιστούσε με νέες, ανήλθε στο ποσό των 70.000 ευρώ. Εξάλλου, για να καλύψει την οφειλή του προς το Χ. Μ., ο τρίτος κατηγορούμενος παρέδωσε και σ` αυτόν μεταχρονολογημένες επιταγές, τις οποίες στη συνέχεια δεν μπορούσε να καλύψει. Στην προσπάθειά του να μην εμφανιστούν αυτές στην πληρώτρια Τράπεζα, πρότεινε στο Χ. Μ. και αυτός το δέχθηκε, να καταθέσει σε τραπεζικό λογαριασμό που τηρούσε ο τελευταίος στην Τράπεζα "............" το ποσό των 5.000 ευρώ. Όμως, χωρίς να ενημερώσει σχετικά το Χ. Μ., κατέθεσε σε μετρητά μόνο 1.000 ευρώ, έναντι δε των υπολοίπων 4.000 ευρώ κατέθεσε στο λογαριασμό του Χ. Μ. με τον αριθμό ... μία ισόποση επιταγή της Τράπεζας ".............." με τον αριθμό ... που φερόταν ότι είχε εκδοθεί στην Αθήνα στις 14-2-2003 σε διαταγή του Χ. Μ. και έφερε μία δυσανάγνωστη υπογραφή στη θέση του εκδότη, ως προερχόμενη από αυτόν (τον τρίτο κατηγορούμενο). Τα στοιχεία αυτής της επιταγής τέθηκαν από τον τρίτο κατηγορούμενο, ο οποίος μάλιστα στη συνέχεια, αφού την οπισθογράφησε, θέτοντας απομίμηση της υπογραφής του φερόμενου, ως λήπτη Χ. Μ., στη θέση της πρώτης οπισθογραφήσεως, εμφάνισε αυτήν στην πιο πάνω Τράπεζα και παραπλανώντας τους υπαλλήλους ως προς τη γνησιότητά της, πέτυχε να κατατεθεί το προϊόν της στον πιο πάνω λογαριασμό του, επ` ονόματι του. Η επιταγή αυτή, όπως εκ των υστέρων πληροφορήθηκε τηλεφωνικά ο Χ. Μ. από το ΣΤ, δικαιούχο του λογαριασμού, όπου συρόταν η επιταγή, είχε κλαπεί λευκή, από την κατοχή του και ήταν πλαστή, ως προς όλα τα στοιχεία της, τα οποία, όπως προαναφέρθηκε, είχαν τεθεί από τον τρίτο κατηγορούμενο. Στη συνέχεια ο τρίτος κατηγορούμενος, προκειμένου να κατασιγάσει τις εύλογες ανησυχίες του Χ. Μ. (τόσο για την εξόφληση της προς αυτόν οφειλής όσο και για την τυχόν δικαστική εμπλοκή του, δεδομένου ότι φαινόταν να έχει καταθέσει στο λογαριασμό του κλεμμένη και πλαστογραφημένη επιταγή), αφού ισχυρίστηκε, ότι δεν γνώριζε τίποτα για την προέλευση της επιταγής, του έδωσε έναντι της οφειλής του άλλες δύο επιταγές της ............. Τράπεζας, ήτοι μία με τον αριθμό ..., στην οποία είχε συμπληρώσει αριθμητικά το ποσό των 7.000 ευρώ και είχε θέσει την υπογραφή του εκδότη και μία με τον αριθμό ... την οποία του παρέδωσε μόνο με την υπογραφή του εκδότη, αφήνοντας ασυμπλήρωτο το ποσό για να δείξει στο Χ. Μ. ότι τον εμπιστεύεται και ότι πρέπει και αυτός να τον εμπιστευθεί και να δεχθεί τις νέες επιταγές. Πράγματι ο Χ. Μ., μη έχοντας και άλλη επιλογή για την ικανοποίηση της απαιτήσεως του, πήρε τις επιταγές. Όμως, επειδή η εμπιστοσύνη του προς τον τρίτο κατηγορούμενο είχε πλέον κλονισθεί, φρόντισε να ελέγξει ποιος ήταν ο δικαιούχος των λογαριασμών στους οποίους σύρονταν. Έτσι διαπίστωσε ότι η μεν πρώτη επιταγή προερχόταν από στέλεχος επιταγών που είχε αφαιρεθεί με ληστεία στις 20-12-2002 από τον κατασκευαστή πολυκατοικιών ΣΤ μαζί με τις σφραγίδες των επιχειρήσεων με τις επωνυμίες "........" και ".. ..............", των οποίων ήταν νόμιμος εκπρόσωπος, η δε δεύτερη επιταγή προερχόταν από στέλεχος επιταγών που ανήκε στον επιχειρηματία Σ. Π., από τον οποίο είχε κλαπεί κατά το διάστημα από 30-11-2002 έως 1-12-2002. Τις επιταγές αυτές ο Χ. Μ., τις φωτοτύπησε και τις επέστρεψε στον τρίτο κατηγορούμενο στις 5-3-2003, αφού προηγουμένως ζήτησε από τον τελευταίο να δηλώσει ενυπόγραφα πάνω στη φωτοτυπία ότι παρέλαβε τα σώματα των εν λόγω επιταγών που τα είχε δώσει στις 25-2-2003 έναντι λογαριασμού για τις εργασίες που είχαν γίνει στην επιχείρηση του, γιατί ύστερα από έλεγχο που έκανε ο Χ. Μ., "ευρέθησαν μη νόμιμες". Περαιτέρω για την κάλυψη της οφειλής του προς τον Α. Τ. ο τρίτος κατηγορούμενος είχε μεταβιβάσει σ` αυτόν πολλές επιταγές του που δεν πληρώθηκαν ελλείψει διαθεσίμων κεφαλαίων. Μεταξύ αυτών έδωσε στον Α. Τ., τις προαναφερθείσες επιταγές με τους αριθμούς ... και ... τις οποίες του είχε επιστρέψει ο Χ. Μ., αλλά τώρα είχε προσθέσει και πάλι αυθαίρετα στη μεν πρώτη ως τόπο εκδόσεως την Αθήνα, ως ημερομηνία εκδόσεως την 15-3-2003, το ποσό των 7.000 ευρώ που υπήρχε αριθμητικώς τώρα και ολογράφως και ως λήπτη τον Α. Τ., στη δε δεύτερη που ήταν λευκή ως προς όλα τα στοιχεία της πλην της φερόμενης ως υπογραφής του εκδότη, πρόσθεσε ως τόπο εκδόσεως την Αθήνα, ως ημερομηνία εκδόσεως την 30-4-2003, ως ποσό αριθμητικώς και ολογράφως αυτό των 13.000 ευρώ και ως λήπτη τον Α. Τ.. Ακόμα του έδωσε και τις επιταγές με τους αριθμούς ... και ... επίσης της ............. Τράπεζας, που είχαν αφαιρεθεί και αυτές η πρώτη από τον Μ. Κ. και η δεύτερη από το Σ. Π.. Ειδικότερα στην επιταγή με τον αριθμό ... έθεσε ως τόπο εκδόσεως την ... ως ημερομηνία εκδόσεως την 10-3-2003, το ποσό των 13.500 ευρώ αριθμητικώς και ολογράφως, στην ένδειξη "πληρώστε με την επιταγή αυτή σε διαταγή" τη φράση "εμού του ιδίου" και τέλος στη θέση του εκδότη και του πρώτου οπισθογράφου δυσανάγνωστη υπογραφή, ως προερχόμενη από το δικαιούχο του λογαριασμού όπου συρόταν η εν λόγω επιταγή, δηλαδή το Μ. Κ., εν αγνοία και χωρίς τη συναίνεση αυτού, αφού όπως προαναφέρθηκε ήταν προϊόν ληστείας. Εξάλλου στην επιταγή με τον αριθμό ... έθεσε ως τόπο εκδόσεως την Αθήνα, ως ημερομηνία εκδόσεως την 30-3-2003, ως ποσό, αριθμητικώς και ολογράφως, αυτό των 14.637 ευρώ, στην ένδειξη "πληρώστε με την επιταγή αυτή σε διαταγή" τη φράση "εμού του ιδίου" και στη θέση του εκδότη αλλά και του πρώτου οπισθογράφου την υπογραφή του Μ. Κ. κάτω από τη σφραγίδα της εταιρείας "....................", ως νομίμου εκπροσώπου αυτής, εν αγνοία του βέβαια και χωρίς τη συναίνεσή του και στη συνέχεια έθεσε απομιμήσεις των υπογραφών των νομίμων εκπροσώπων των εταιρειών με τις επωνυμίες ".............." και ".............." ως διαδοχικών οπισθογράφων, χωρίς αυτοί να το γνωρίζουν και χωρίς τη συναίνεσή τους. Εξάλλου τον Ιανουάριο του έτους 2003 ο τρίτος κατηγορούμενος παρέδωσε στον παλαιό του γνώριμο Β. Π. την επιταγή της Εμπορικής Τράπεζας με τον αριθμό ..., για να την προεξοφλήσει μέσω των συναλλαγών του με τη δική του Τράπεζα. Και η επιταγή αυτή ήταν από εκείνες που είχαν αφαιρεθεί με ληστεία από το Μ. Κ. σ` αυτήν δε ο τρίτος κατηγορούμενος συμπλήρωσε παράνομα ως τύπο εκδόσεως την Αθήνα, ως ημερομηνία εκδόσεως την 30-5-2003, ως ποσό αυτό των 6.875 ευρώ αριθμητικώς και στη θέση του εκδότη, κατ` απομίμηση, την υπογραφή του Μ. Κ. ως νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας "....", Εν τω μεταξύ ο κατηγορούμενος ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με το Β. Π., για την πώληση σ` αυτόν της επιχειρήσεως του γυμναστηρίου και για το λόγο αυτό το Φεβρουάριο του έτους 2003 ο τελευταίος του κατέβαλε το ποσό των 150.000 ευρώ. Στη συνέχεια όμως ο κατηγορούμενος δεν προχώρησε στη μεταβίβαση του γυμναστηρίου προς το Β. Π. και δεν του απέδωσε το προαναφερθέν ποσό των 150.000 ευρώ. Το Μάρτιο του έτους 2003 ο Β. Π. προσπάθησε να εισπράξει το ποσό της επιταγής με τον αριθμό ... για την εν μέρει απόσβεση της απαιτήσεως του προς απόδοση του ποσού των 150.000 ευρώ. Τότε όμως διαπίστωσε και αυτός ότι η επιταγή είχε εκφύγει από την κατοχή του Μ. Κ. με ληστεία και είχε πλαστογραφηθεί από τον τρίτο κατηγορούμενο. Στις πιο πάνω πράξεις του προέβη ο τρίτος κατηγορούμενος με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του παράνομο περιουσιακό όφελος συνολικού ύψους 59.048 ευρώ, όσο και το ποσό των επιταγών, βλάπτοντας αντίστοιχα τους κομιστές των επιταγών. Από την επανειλημμένη δε τέλεση της πιο πάνω αξιόποινης πράξεως της πλαστογραφίας, προϋπόθεση που συντρέχει και επί εγκλήματος κατ` εξακολούθηση, όπως προαναφέρθηκε, προκύπτει σκοπός του για πορισμό εισοδήματος αλλά και σταθερή ροπή του για τη διάπραξη του εγκλήματος της πλαστογραφίας ως στοιχείο της προσωπικότητάς του. Περαιτέρω ο Α. Τ. περί τις 17-3-2003 μετέβη στην πληρώτρια Τράπεζα με μία από τις προαναφερθείσες επιταγές που του είχε μεταβιβάσει ο τρίτος κατηγορούμενος προκειμένου να την εμφανίσει προς πληρωμή, εκεί όμως πληροφορήθηκε την παράνομη προέλευσή της. Αφού προέβη σε σχετικό έλεγχο και για τις άλλες επιταγές και διαπίστωσε ότι όλες ήταν προϊόντα κλοπής ή ληστείας και πλαστογραφημένες, επικοινώνησε με τη δικηγόρο του προκειμένου να επιδιώξει δικαστικά την είσπραξή τους. Την ίδια ημέρα (17-3-2003) τηλεφώνησε στον τρίτο κατηγορούμενο, στον οποίο διαμαρτυρήθηκε έντονα, ανακοινώνοντάς του την πρόθεσή του να προσφύγει στο δικαστήριο για την ικανοποίηση των αξιώσεών του. Τότε ο τρίτος κατηγορούμενος, επιχειρώντας να τον εξαναγκάσει να μην προχωρήσει στη σφράγιση των επιταγών, του απηύθυνε την απειλητική φράση "αν τολμήσεις να μου σφραγίσεις μια επιταγή, θα φύγεις από τη ζωή. Πάρε την οικογένειά σου και φύγε με το πρώτο αεροπλάνο μακριά από την Ελλάδα". Όμως η πράξη του αυτή (της απλής εκβιάσεως) δεν ολοκληρώθηκε από λόγους εξωτερικούς και ανεξάρτητους της θελήσεώς του και συγκεκριμένα διότι ο Α. Τ. δεν παραιτήθηκε από τη δικαστική επιδίωξη της απαιτήσεώς του. Στις 18:00` περίπου της επομένης (18-3-2003) ο Α. Τ., βρισκόταν στο πιο πάνω κατάστημα του στην οδό ... αριθ. . και ... και συγκεκριμένα καθόταν σε ένα γραφείο που υπήρχε πίσω από τον πάγκο του καταστήματος, μπροστά δε από το γραφείο, με γυρισμένη την πλάτη του προς τον πάγκο αλλά και προς την είσοδο του καταστήματος, καθόταν ο Δ. Ν., πωλητής χρωμάτων, με τον οποίο εκείνη την ώρα συνεργαζόταν. Την ίδια ώρα ερχόταν προς το κατάστημα ο μάρτυρας κατηγορίας K. J., αδελφός και συνεργάτης του Α. Τ., ο οποίος, όταν στάθμευσε το αυτοκίνητό του, διαπίστωσε ότι στο πεζοδρόμιο έξω από το κατάστημα στέκονταν δύο άγνωστα άτομα, καθώς και οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι, τους οποίους αναγνώρισε, διότι τους έβλεπε στο γυμναστήριο του τρίτου κατηγορουμένου, όπου είχε εργασθεί και ο ίδιος ως συνεργάτης του αδελφού του. Επειδή γνώριζε τη διένεξη του αδελφού του με τον τρίτο κατηγορούμενο και επειδή, όπως ήδη έχει εκτεθεί, αναγνώρισε τους δύο πρώτους κατηγορουμένους, μπήκε γρήγορα στο κατάστημα φωνάζοντας στον αδελφό του "ο Π. σου έστειλε μπράβους". Ο Α. Τ. στράφηκε προς την πόρτα, απ` όπου είδε να μπαίνουν οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι, κρατώντας ο καθένας από ένα πιστόλι, το οποίο έφεραν μαζί τους παράνομα, δηλαδή χωρίς άδεια της αρμόδιας αρχής, ενώ τα δύο άγνωστα άτομα έμειναν στην είσοδο του καταστήματος. Ο δεύτερος κατηγορούμενος στάθηκε στο μέσο του πάγκου του καταστήματος με το πιστόλι στο χέρι, χωρίς να κάνει χρήση του και χωρίς να μιλήσει καθόλου, ενθαρρύνοντας έτσι με την παρουσία του τον πρώτο κατηγορούμενο, ο οποίος, προβλέποντας ως ενδεχόμενο αποτέλεσμα της κατωτέρω πράξεως του την πρόκληση του θανάτου του Α. Τ. και του Δ. Ν., αποτέλεσμα το οποίο επιδοκίμαζε, κινήθηκε προς το άκρο του πάγκου κρατώντας το πιστόλι και μόλις έφθασε εκεί, αφού απηύθυνε στο μηνυτή τη φράση "έλα βγες έξω μαλάκα, θα ξαναπάς στην Τράπεζα;", ευρισκόμενος σε ήρεμη ψυχική κατάσταση που επέτρεπε την πλήρη σκέψη, έστρεψε το πιστόλι του κατά του Α. Τ. και, σκοπεύοντας, πυροβόλησε κατ` αυτού τη στιγμή που ο τελευταίος πεταγόταν από την καρέκλα του φωνάζοντας "όπλα". Έτσι ο πρώτος κατηγορούμενος αστόχησε και η βολίδα κτύπησε κάποιους υαλοπίνακες που ήταν ακουμπισμένοι στον τοίχο πίσω από το γραφείο. Στη συνέχεια ο πρώτος κατηγορούμενος, σκοπεύοντας και πάλι από μικρή απόσταση, πυροβόλησε για δεύτερη φορά τον Α. Τ., τον οποίο αυτή τη φορά τραυμάτισε. Εν τω μεταξύ ο μεν K. J. είχε πέσει στο έδαφος για να καλυφθεί, ο δε Δ. Ν., ο οποίος δεν είχε δει από την αρχή τους δύο πρώτους κατηγορουμένους και δεν είχε αντιληφθεί μέχρι τότε τι συνέβαινε, πετάχτηκε όρθιος και στράφηκε προς αυτούς, σηκώνοντας ψηλά τα χέρια του. Τότε ο πρώτος κατηγορούμενος, βρισκόμενος σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και σκοπεύοντας ακόμα μία φορά από κοντινή απόσταση κατά του Δ. Ν., τον πυροβόλησε και τον τραυμάτισε. Όμως το πιο πάνω αποτέλεσμα, το οποίο ο πρώτος κατηγορούμενος προέβλεψε ως ενδεχόμενο και το οποίο αυτός επιδοκίμαζε, δηλαδή η θανάτωση των πιο πάνω παθόντων, δεν επήλθε για λόγους εξωτερικούς και ανεξάρτητους της θελήσεώς του και συγκεκριμένα επειδή οι παθόντες τραυματίστηκαν αλλά δεν επλήγησαν σε καίρια σημεία του σώματος τους. Ειδικότερα ο μεν Α. Τ. τραυματίστηκε στο μηρό του δεξιού του ποδιού και του προκλήθηκε διαμπερές τραύμα, ήτοι κυκλικό τραύμα διαμέτρου 1, 4 εκατοστών στην έσω επιφάνεια του δεξιού μηρού (κάτω τριτημόριο) με την είσοδο της βολίδας του όπλου και τραύμα διαμέτρου 2 εκατοστών στην έξω επιφάνεια του δεξιού μηρού (κάτω τριτημόριο), όπου η πύλη εξόδου της βολίδας του όπλου, ο δε Δ. Ν. τραυματίστηκε στους γλουτούς και του προκλήθηκε τυφλό τραύμα με πύλη εισόδου της βολίδα του πυροβόλου όπλου τον αριστερό γλουτό και σημείο ενσφηνώσεως τον δεξιό γλουτό και ειδικότερα κυκλικό τραύμα διαμέτρου εκατοστού περίπου κατά το έξω τριτημόριο του αριστερού γλουτού, όπου η πύλη εισόδου της βολίδας του όπλου και τραύμα κατά το έξω τεταρτημόριο του δεξιού γλουτού απ` όπου αφαιρέθηκε χειρουργικά η βολίδα του όπλου. Το γεγονός ότι ο πρώτος κατηγορούμενος προέβλεψε ως ενδεχόμενο αποτέλεσμα των πυροβολισμών κατά των παθόντων το θάνατο τους, καθώς και το ότι επιδοκίμαζε το αποτέλεσμα αυτό προκύπτει ιδίως από το ότι: α) πυροβόλησε κατά του Ψ ενώ ο τελευταίος βρισκόταν εν κινήσει (σηκωνόταν από την καρέκλα του), τούτο δε σημαίνει ότι η βολίδα μπορούσε να τον πλήξει οπουδήποτε και να επιφέρει το θάνατό του, β) πυροβόλησε και δεύτερη φορά κατ` αυτού μετά την πρώτη άστοχη βολή και γ) πυροβόλησε στο κέντρο του σώματος του ΑΑ, τον οποίο, λόγω του ότι και αυτός κινούνταν (σηκωνόταν από την καρέκλα του και στρεφόταν προς το μέρος του), η βολίδα μπορούσε να είχε πλήξει στην κοιλιακή χώρα. Εξάλλου από το γεγονός ότι ο δεύτερος κατηγορούμενος πήγε μαζί με τον πρώτο στο κατάστημα του Α. Τ. και από το ότι στεκόταν δίπλα του εποπτεύοντας το χώρο και κρατώντας εμφανώς το όπλο που έφερε μαζί του ενώ ο πρώτος σκόπευε και πυροβολούσε τους παθόντες, προκύπτει σαφώς ότι ο δεύτερος παρείχε τη βοήθεια αυτή υποστηρίζοντας τουλάχιστον ψυχικά τον πρώτο στην τέλεση της αξιόποινης πράξεως της απόπειρας ανθρωποκτονίας κατά συρροή σε ήρεμη ψυχική κατάσταση με ενδεχόμενο δόλο. Τέλος την απόφαση στους δύο πρώτους κατηγορουμένους να τελέσουν τις αξιόποινες πράξεις της απόπειρας ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συρροή (ο πρώτος), της απλής συνέργειας σε απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση κατά συρροή (ο δεύτερος), της παράνομης οπλοφορίας (και οι δύο) και της οπλοχρησίας κατά συρροή (ο πρώτος), προκάλεσε με πειθώ και φορτικότητα και με την υπόσχεση αμοιβής, ο τρίτος κατηγορούμενος Σ. Π., ο οποίος: α) γνώριζε τους δύο πρώτους κατηγορουμένους πριν από την τέλεση των πιο πάνω αξιόποινων πράξεών τους, όπως προκύπτει από το γεγονός ότι ο ΚΚ τους είχε δει στο γυμναστήριό του, β) είχε έλθει σε ρήξη με τον Α. Τ. εξαιτίας της δηλωμένης προθέσεως του τελευταίου να εμφανίσει στις πληρώτριες Τράπεζες τις πλαστές επιταγές που του είχε μεταβιβάσει, γ) την προηγουμένη είχε απευθύνει τηλεφωνικά στον Α. Τ. την απειλητική φράση "αν τολμήσεις να μου σφραγίσεις μια επιταγή, θα φύγεις από τη ζωή. Πάρε την οικογένειά σου και φύγε με το πρώτο αεροπλάνο μακριά από την Ελλάδα", έτσι δε δικαιολογείται και η φράση του πρώτου κατηγορουμένου "θα ξαναπάς στην Τράπεζα;". Ειδικότερα ο τρίτος κατηγορούμενος προέτρεψε τους δύο πρώτους να μεταβούν φέροντας παράνομα όπλα στο κατάστημα του Α. Τ., δίνοντάς τους και τις αναγκαίες πληροφορίες, εφόσον αυτοί δεν είχαν προηγουμένως σχέση με αυτόν, επί πλέον δε προέτρεψε τον πρώτο να πυροβολήσει κατά του Α. Τ., αποδεχόμενος τη σοβαρή πιθανότητα να θανατωθεί αυτός αλλά και κάποιος άλλος από τους ευρισκόμενους τυχαία στο κατάστημα, όπως ήταν ο Δ. Ν., αποτέλεσμα το οποίο επιδοκίμαζε, ανεξάρτητα από το ότι τελικά ο πρώτος δεν κατόρθωσε να ολοκληρώσει την πράξη της ανθρωποκτονίας και ο δεύτερος εκείνη της απλής συνέργειας σε ανθρωποκτονία από λόγους που δεν ανάγονται στην πραγματική τους βούληση κατά τ` ανωτέρω. Για όλα τα πιο πάνω σαφείς και κατηγορηματικές είναι οι καταθέσεις των προαναφερθέντων μαρτύρων κατηγορίας Α. Τ. και K. J., οι οποίες ενισχύονται από: α) τις αναγνωσθείσες ιατροδικαστικές εκθέσεις, β) την αναγνωσθείσα έκθεση αυτοψίας και τις επισκοπηθείσες φωτογραφίες του χώρου του συμβάντος, γ) την κατάθεση του μάρτυρα κατηγορίας Μ. Κ., ο οποίος κατέθεσε ότι άγνωστοι αλλοδαποί με ένοπλη ληστεία του αφαίρεσαν μεταξύ άλλων ένα μπλοκ επιταγών της ............ Τράπεζας και τις σφραγίδες των εταιρειών των οποίων ήταν νόμιμος εκπρόσωπος, ότι μετά τη ληστεία την οποία κατήγγειλε νόμιμα ειδοποιήθηκε από την Τράπεζα ότι ο Α. Τ. εμφανίστηκε ως κομιστής μιας από τις επιταγές, σε επικοινωνία του δε με τον τελευταίο, αυτός του είπε ότι την επιταγή του είχε μεταβιβάσει κάποιος Π. από τα ..., δ) την κατάθεση του μάρτυρα κατηγορίας Η. Ξ., πεθερού του προηγουμένου μάρτυρα, ο οποίος κατέθεσε ότι στις 18-3-2003 κατά τις απογευματινές ώρες πήγε στο κατάστημα του Α. Τ., προκειμένου να ζητήσει εξηγήσεις από αυτόν για τον τρόπο που περιήλθε στην κατοχή του η επιταγή του γαμβρού του και πριν εισέλθει στο κατάστημα είδε τους δράστες της επιθέσεως σε βάρος του και άκουσε τους πυροβολισμούς. Και ναι μεν και ο μάρτυρας αυτός στην προανακριτική του κατάθεση είχε καταθέσει ότι οι δράστες της επιθέσεως, τους οποίους τότε είχε χαρακτηρίσει ως "μπράβους", ήταν τέσσερις και ότι οι δύο έμειναν εκτός του καταστήματος και οι δύο, τους οποίους περιέγραψε, μπήκαν μέσα, ήδη δε ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου κατέθεσε ότι οι δράστες ήταν δύο και ότι δεν τους είδε καλά. Όμως αυτή η μεταστροφή της καταθέσεως του μάρτυρα μπορεί να αποδοθεί στους λόγους που προαναφέρθηκαν για τον Π. Μ., ενόψει του ότι και ο ίδιος παραδέχεται ότι από μετά τα πιο πάνω συμβάντα ο ίδιος και η οικογένειά του τελούν υπό καθεστώς φόβου. Τα πιο πάνω δεν αναιρούνται από οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό στοιχείο, ενόψει και του ότι η μεν μάρτυρας υπερασπίσεως Χ. Σ. δεν έχει ιδία αντίληψη για το συμβάν και η κατάθεσή της στηρίζεται αποκλειστικά σε διηγήσεις του γιου της πρώτου κατηγορουμένου, οι δε πρώτος και δεύτερος κατηγορούμενοι με τις απολογίες τους δεν έδωσαν εύλογες και πειστικές εξηγήσεις για το συμβάν αυτό. Ειδικότερα ο πρώτος κατηγορούμενος ισχυρίζεται ότι είχε μεταβεί με ένα φίλο του (και όχι τον συγκατηγορούμενό του) στο κατάστημα του Α. Τ., διότι είχε πληροφορίες ότι αυτός πωλούσε ναρκωτικά στην ήδη αποβιώσασα αδελφή του Ε. Σ., ότι ο Α. Τ., φώναξε "βγάλτε τα όπλα" και ο Δ. Ν. κινήθηκε απειλητικά κατ` αυτού, με αποτέλεσμα να φοβηθεί και να πυροβολήσει, όμως ο ισχυρισμός του αυτός δεν επιβεβαιώνεται από οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό στοιχείο. Ούτε άλλωστε αντέχει στη βάσανο της λογικής να φοβάται ο αιφνιδιάζων και ένοπλος τους αιφνιδιαζόμενους και άοπλους. Εξάλλου ο δεύτερος κατηγορούμενος τηρεί αρνητική στάση, ισχυριζόμενος ότι δεν ήταν παρών στο συμβάν, επωφελούμενος του γεγονότος ότι ο μάρτυρας K. J., όταν αρχικά τον αναγνώρισε με την επίδειξη φωτογραφιών, είχε εκφράσει "μικρή επιφύλαξη". Όμως ο μάρτυρας αυτός, όταν στη συνέχεια είδε τον ανωτέρω κατηγορούμενο στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου και του παρόντος δικαστηρίου, τον αναγνώρισε ανεπιφύλακτα. Τέλος ο τρίτος κατηγορούμενος, εκπροσωπηθείς δια πληρεξουσίου συνηγόρου και μη εμφανισθείς αυτοπροσώπως στο παρόν δικαστήριο, όπως άλλωστε έπραξε και πρωτοδίκως, δεν εξέθεσε ο ίδιος τις απόψεις του ενώπιον του δικαστηρίου, για να εκτιμηθεί η ειλικρίνεια και η βασιμότητά τους. Ενόψει όλων των ανωτέρω πρέπει οι κατηγορούμενοι να κηρυχθούν ένοχοι των αποδιδόμενων σ` αυτούς αξιόποινων πράξεων, ... απορριπτομένου ... του αυτοτελούς ισχυρισμού του τρίτου κατηγορουμένου ότι η τελεσθείσα από τον πρώτο κατηγορούμενο αξιόποινη πράξη έπρεπε, κατ` επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας, να χαρακτηρισθεί ως σκοπούμενη σωματική βλάβη και του αυτοτελούς ισχυρισμού του πρώτου κατηγορουμένου ότι η πράξη αυτή έπρεπε, κατ` επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας, να χαρακτηρισθεί ως επικίνδυνη σωματική βλάβη ...". ΙV. -Ως "νέες δε αποδείξεις" για την ευδοκίμηση της κρινόμενης αιτήσεώς του, ο αιτών ισχυρίζεται και επικαλείται τα ακόλουθα: "1. ... υπ` αριθμ. 372-390/2009 απόφαση του Μεικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών στερείται παντάπασιν της κατ` επιταγήν του Συντάγματος άρθρον. 93 παρ. 3 και του άρθρου 139 Κ.Π.Δ. ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας η έλλειψις της οποίας ιδρύει τον υπό του άρθρου 510 παρ. 1. Ήτοι εν προκειμένω, ουδαμώς αναφέρεται εις την προσβαλλομένη απόφαση, εκ ποίων στοιχείων το δικαστήριο επείσθει, ότι εγώ ετέλεσα τα εγκλήματα τα οποία μου αποδίδονται, αφού εξ ουδενός απολύτως στοιχείου ή εξ ουδεμίας απολύτως καταθέσεως, προέκυψεν η αποδιδόμενη εις εμέ ηθική αυτουργία εις απόπειραν ανθρωποκτονίας αφού ουδέ και η ελάχιστη κατάθεσις αναφέρει τοιούτον τι. Πιο συγκεκριμένα: 1. Ουδείς κατέθεσεν ότι είχα σχέσεις με τους φερόμενους δύο δράστας της απόπειρας ανθρωποκτονίας. 2. Εξ ουδενός ετέρου στοιχείου απεδείχθει τοιούτον τι, οποιαδήποτε σχέσις μου με τους ως άνω συγκατηγορούμενούς μου. 3. Οι καταθέσεις των δύο αδελφών Τ. αντιφατικαί εις πλείστα όσα σημεία αλλήλων αλλά και προς τας προανακριτικάς και ανακριτικάς των ιδίων, ουδέν στοιχείον δίδουν περί της συμμετοχής μου υπό την ιδιότητα του ηθικού αυτουργού. Συνεχείς αντιφάσεις ως προς τον αριθμόν των συναντήσεων των μετά των δραστών εις το αθλητικό μου κέντρο. Συνεχείς αντιφάσεις ως προς τον αριθμόν των συναντήσεών των και την ιδιότητα των δραστών εις το αθλητικόν μου κέντρο, πελάται εργαζόμενοι ή άλλο τι. Συνεχείς αντιφάσεις ως προς τον τρόπο διά του οποίου αντελήφθη ο αδελφός του παθόντος Α. Τ. ότι οι δύο συγκατηγρούμενοί μου Σ. και Κ. είναι μπράβοι και ανεφώνησεν έρχονται οι μπράβοι του Π.. Η εξήγησις την οποία έδωσεν προκλητική του κοινού νοός είναι ότι επειδή εφορούσαν κοστούμια και ήσαν καλοντυμένοι και γεροδεμένοι!! Ουδείς κατέθεσεν ότι συνεφώνησα μεθ` οιουδήποτε, να μεταβεί ο Ι. Σ. εις το κατάστημα του Α. Τ. και να διαπράξει το έγκλημα της απόπειρας ανθρωποκτονίας. Ουδείς κατέθεσεν ότι διέπραξα το έγκλημα της ηθικής αυτουργίας εις την πράξη της παρανόμου οπλοφορίας του Ι. Σ. που έλαβε χώρα εις Αθήνας την 18-3-2003. Ουδείς κατέθεσεν ότι διέπραξα το έγκλημα της ηθικής αυτουργίας του Ι. Σ. εις την πράξιν της οπλοχρησίας κατά συρροήν που έλαβε χώραν εις Αθήνας την 18-3-2003. Ουδείς απολύτως κατέθεσε ότι προεκάλεσα εις τους δύο ανωτέρω συγκατηγορουμένους μου, την απόφασιν τελέσεως των προπεριγραφέντων εγκλημάτων. Πέραν όμως των αποδιδομένων εις εμέ περιπτώσεων της ηθικής αυτουργίας εις τις πέντε περιγραφείσες περιπτώσεις και διά τα έτερα δύο εγκλήματα αναφέρω ότι: Ουδείς κατέθεσεν και εξ ουδενός στοιχείου προέκυψεν ότι διέπραξα το έγκλημα της απόπειρας εκβιάσεως εις βάρος του Α. Τ. την 17-3-2003. Ουδείς κατέθεσεν και εξ ουδενός στοιχείου προέκυψεν ότι διέπραξα το έγκλημα της πλαστογραφίας μετά χρήσεως από μηνός Δεκεμβρίου 2002 έως και μηνός Μαρτίου 2003. Ούτε πανηγυρική είναι η ανούσια οποιουδήποτε στοιχείου, συνηγορούντος εις την εκ μέρους εμού τέλεσιν των αποδιδομένων εις εμέ εγκλημάτων. Όθεν πάντα αναιτιολογήτως η προσβαλλομένη περιέλαβεν πάντα τα ανωτέρω επιβαρυντικά στοιχεία εις βάρος εμού και αναιρετέα τυγχάνει εξ αυτού του λόγου και μόνον. Εν προκειμένω εις πάσαν περίπτωσιν, πρόκειται περί του εγκλήματος της εκαλουμένης σωματικής βλάβης. Και ουχί της απόπειρας ανθρωποκτονίας. Διότι οι φερόμενοι δράσται εστερούντο ανθρωποκτόνου προθέσεως διά τους εξής λόγους: Μολονότι το περίστροφον ήτο πλήρες, ως προέκυψεν εκ της διαδικασίας εις το ακροατήριον, ο δράστης Ι. Σ. επυροβόλησεν μόνο από μία φορά εναντίον εκάστου των παθώντων Α. Τ. και Δ. Ν. πλήττοντάς τους εξ επαφής στα κάτω άκρα. Μολονότι ευρίσκετο ο δράστης Ι. Σ. εις απόστασιν μικράν ενός, έως ενός και ημίσεως μέτρου από τους δύο παθόντες και ηδύνατο ευχερώς να πυροβολήσει τούτους εις τη κεφαλήν ή έτερον καίριον σημείον απέφυγεν να κάμει τούτο και επυροβόλησεν χαμηλά προκαλώντας επιπόλαια τραύματα στους παθόντες στα κάτω άκρα. Διότι ο αδελφός του παθόντος J. K. έχει καταθέσει προανακριτικές ότι δεν είχαν σκοπόν να μας σκοτώσουν οι δράσται παρά μόνον να μας φοβίσουν. Ο ως άνω τυγχάνει κρίσιμος αυτόπτης μάρτυρας του συμβάντος του πυροβολισμού. 2. Νέα στοιχεία που προέκυψαν μετά την έκδοση της 372-390/09 ή δεν ελήφθησαν υπ` όψη. Α. Υποδομή προσωπικότητας - βιογραφικό σημείωμα Σ. Π.. Τυγχάνω διαπρεπής οικονομολόγος - χρηματιστής με τις ακόλουθες σπουδές και επαγγελματική εμπειρία: Σπουδές Πρότυπος Σχολή Αναβρύτων- Γενικό Λύκειο - 18/20 (σχετικό (1)). Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΑΣΟΕΕ) -Τμήμα Οργάνωσης Διοίκησης 8.2 Άριστα (σχετικό (2)). 1992-1993 Μanchester Business School-Master in Business Administration (Hons) (σχετικό (3)). 1993 Insead-Executive Certificate in advanced corporate stratedy. ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ 1993-1995 ... - ΑΣΟΕΕ -Διευθυντής προγράμματος. 1995/1997 Γενικό Επιτελείο Ναυτικού-ΓΕΕΘΑ -Διεύθυνση Εξοπλισμών-Ειδικός Σύμβουλος (σχετικό 4). 1997-1999 ........ ... Διευθυντής ανάλυσης. 1999-2002 .............- Αντιπρόεδρος-Διευθυντής Ανάπτυξης (σχετικό 5). 2002-2004 ... - ..Χρηματιστηριακή- Διευθυντής Αναπτ. 2004-2009 ..- Διευθύνων Σύμβουλος (σχετικό 6). 2007-2009 . .... ΞΕΝΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ : `Απταιστα Αγγλικά Cambridge Proficiency . Απταιστα Γαλλικά - Sorbonne II. ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ: Ελληνική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς- Χρηματιστής Διευθυντής. Βρετανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (Financial Services Authority) Registeres Financial Director. Το Σύνολο των εταιρειών που διεύθυνα είχαν σαν αντικείμενο την παροχή πιστοποιημένων χρηματοοικονομικών χρηματιστηριακών υπηρεσιών στις επιφανέστερες ελληνικές και ευρωπαϊκές επιχειρήσεις όπως: `Ομιλος ........... σχετικό 7). `Ομιλος .... (σχετικό 8). .... (σχετικό 9). .... (σχετικό 10). .... (σχετικό 11). .... (σχετικό 12). `Ομιλος ........ (σχετικό 13). Ενώ διατηρώ στρατηγικές συμμαχίες με τα ακόλουθα τραπεζικά ιδρύματα και οργανισμούς. `Ομιλος ... (σχετικό 14). ..... ..(σχετικό 15). ..... ΤΡΑΠΕΖΑ (σχετικό 16). . (σχετικό 17). .. .. (σχετικό 18). . (σχετικό19). ... (σχετικό 20). Το 2004 ίδρυσα τον όμιλο ......αποτελούμενο από τις εξής εταιρείες : Α) ....... -Χρηματιστηριακή (σχετικό 21). Β) ....- Τραπεζικής Διαμεσολάβησης. Οι εταιρείες σε ενοποιημένη βάση είχαν έσοδα για την χρήση 2012 που ξεπερνούσαν τα 7, 5 εκατομμύρια euro (σχετικό 23). Από την εργασία μου και μόνο εισπράττω ανελλειπώς εισοδήματα που ξεπερνούν τα 150.000 euro ετησίως από το 1998 έως και σήμερα (σχετικό 24). Από τα έσοδα των εργασιών μου αγόρασα κατά την διάρκεια της τελευταίας δεκαπενταετίας τα εξής ακίνητα: Α) Ακίνητο διαμέρισμα 75 τμ. MONACO .... Β) Ακίνητο 120 τμ. ΚΑΝΝΕΣ ... (σχετικό 25). Γ. Ακίνητο 180 τμ. ITALIAS (σχετικό 26). Τον Ιανουάριο του 2001 αποφάσισα να επενδύσω στον χώρο εκμετάλλευσης Αθλητικών κέντρων εκτιμώντας ότι το κλίμα ήταν πρόσφορο. Αγόρασα έτσι τη πρώτη μου επιχείρηση στην … (...) η οποία ήταν ένα πολυτελές αθλητικό κέντρο 1500 τ.μ. το οποίο απασχολούσε 27 νέους επιστήμονες. Η επιχείρηση ήταν επικερδής και αποφάσισα να επενδύσω περαιτέρω στην ανακαίνισή της όπως και έγινε. Τον Φεβρουάριο του 2001 αποφάσισα να επεκτείνω την ως άνω δραστηριότητά του και στην αγορά του … μισθώνοντας ακίνητο εμβαδού 1000 τμ. Επί της οδού ... του … . Λόγω κεκτημένης ταχύτητας κατά τον έλεγχο των νομιμοποιητικών της συγκεκριμένης μίσθωσης έπεσα θύμα απάτης από τον ιδιοκτήτη του ακινήτου κο Μ. ο οποίος μου απέκρυπτε επιμελώς σοβαρές πολεοδομικές παραβάσεις του κτιρίου. Για τον ως άνω σκοπό ίδρυσα την εταιρεία ....... της οποίας το αρχικό αντικείμενο ήταν η εκμετάλλευση του νέου αθλητικού κέντρου του … και μεταγενέστερα αυτή όπως εξελίχθει στην εταιρεία ...... του Ομίλου που σχεδίασα για την εκμετάλλευση του ως άνω αντικειμένου (σχετικό 27). Ενεκα των πολεοδομικών προβλημάτων του κτιρίου του … η συγκεκριμένη επένδυση δεν ολοκληρώθηκε ποτέ παρά το γεγονός ότι είχε προπληρωθεί το σύνολο του εξοπλισμού της. Προκειμένου να απορροφήσω την τεράστια ζημιά που θα υφιστάμουν ένεκα της επενδύσεως στο Βόλο και προκειμένου να απορροφηθεί και να αξιοποιηθεί ο ήδη παραγγελθής εξοπλισμός, μίσθωσα ένα πολυτελές ακίνητο επί της ... στο … Αττικής το οποίο έμενε να γίνει το καλύτερο αθλητικό κέντρο της Ελλάδας ( και ένα από τα καλύτερα στην Ευρώπη) έχοντας δαπανήσει για την αποπεράτωση και τον εξοπλισμό του ποσό που υπερέβαινε τα 1,5 εκατομμύρια euro, στο οποίο αθλούσαν 3.500 πελάτες και απασχολούσε 65 εργαζόμενους. Η επένδυση καλύφθηκε από ίδια κεφάλαιά μου αποκτηθέντα από την εργασία μου ως χρηματιστή και από δανεικά κεφάλαια από την ..... και ....... με την εγγύηση της πατρικής περιουσίας μου (σχετικό 28). Το σύνολο του κατασκευαστικού έργου επί του συγκεκριμένου κτιρίου ανήλθε στο ποσό των 780.000 Ευρώ το οποίο κατεβλήθηκε σε μετρητά και επιταγές, εκδόσεώς μου μεταχρονολογημένες στον εργολάβο του έργου κο Μ.. Το σύνολο της ως άνω εξοφλήθηκε ολοσχερώς. Μέρος των συνεργείων του κου Μ. ήταν και το συνεργείο του Τ. ο οποίος κατασκεύασε ξύλινα ερμάρια για τα αποδυτήρια του Γυμναστηρίου συνολικής αξίας 16.800 ευρώ ποσό για το οποίο εξοφλήθηκε ολοσχερώς. Μετά το πέρας των αρχικών εργασιών κατασκευής και την θέση σε λειτουργία αυτού του μεγαθηρίου των 2.500 τ.μ. τον Τ. δεν τον ξαείδα μέχρι το Φεβρουάριο του 2003 που ένεκα της εξαιρετικής πορείας της επιχειρήσεως μου αποφάσισα την επέκταση της αποφασίζοντας να κατασκευάσω πισίνα και Roof-Garden. Για την κατασκευή του δεύτερου εκάλεσα απευθείας τον Τ. προκειμένου να μου τοποθετήσει ξύλινο πάτωμα επί του δαπέδου της οροφής του κτιρίου εκτιμώμενου προϋπολογισμού 7.800 ευρώ. Για την συγκεκριμένη εργασία εξόφλησα προκαταβολικά τον Τ. με μετρητά και επιταγές μεταχρονολογημένες και πελατείας μου. Το ως άνω έργο ενώ ξεκίνησε ουδέποτε ολοκληρώθηκε από τον Τ. ο οποίος και δεν έλαβε οποιαδήποτε περαιτέρω ανάθεση από εμένα αφήνοντας μου χρέος το υπόλοιπο του έργου που πληρώθηκε και δεν εκτέλεσε. Ξαφνικά και ενώ ο Τ. και το συνεργείο του είχε εξαφανισθεί από το κτίριο μου την 15η Μαρτίου 2003 δέχτηκα τηλεφώνημα από την υποδιευθύντρια της .......... ................. εις την οποία διατηρούσα λογαριασμό, ότι έχει εμφανισθεί ένας Τ. στο ταμείο και ζητάει την είσπραξη επί τη εμφανίσει επιταγών εκδόσεώς μου ύψους 43.000 ευρώ ειδάλως απειλούσε με την σφράγισή τους παρά το γεγονός ότι ήταν μεταχρονολογημένες . Ευθύς αντιλήφθηκα ότι σκοπός του Τ. ήταν να με εκβιάσει με την κατάρρευση των επιχειρήσεών μου που θα είχε σαν συνέπεια η σφράγιση των επιταγών μου και ότι ενεργούσε ως εντολοδόχος και παρένθετο πρόσωπο οργανωμένου κυκλώματος τοκογλύφων και εκβιαστών (σχετικό 2α), καθ `ότι ο ίδιος δεν ήταν δικαιούχος των προς σφράγιση επιταγών (καθ` ότι το κατασκευαστικό του αντικείμενο δεν ξεπερνούσε τα 8.000 ευρώ). Τον εκάλεσα στο τηλέφωνο απεγνωσμένα προκειμένου να βρεθεί λύση και τον εκάλεσα να έρθει στο γραφείο μου. Εκείνος απάντησε αρνητικά και ότι "θα σε καταστρέψω". Στην συνέχεια ήρθα σε επαφή με τις τράπεζες μου και ειδικά με την .......... " κατάστημα ................. (...............) και τον διευθυντή του καταστήματος κύριο Κ. όπου μετά από εκτενή διαβούλευση μαζί του αποφασίστηκε η συνέχιση χρηματοδότησης της επιχειρήσεως μου ευ πλαθειν μέσω του συστήματος προεξόφλησης πιστωτικών καρτών των πελατών μου όπως και πράγματι έγινε συντηρώντας έτσι στο ακέραιο τις δανειακές μου συμβάσεις (...............) των οποίων γινόταν με προσημείωση επί της πατρικής περιουσίας μου (Σχετικό 3α). Τις επόμενες ημέρες έμαθα τυχαία από τον εργολάβο του έργου του αθλητικού μου κέντρου κ.κ. Μ. ότι ο Τ. είχε πυροβοληθεί στο πόδι από άλλους τοκογλύφους με τους οποίους είχε δοσοληψίες. Παρά την ως άνω κρίση που οργανωμένο κύκλωμα τοκογλυφίας επιχείρησε να φέρει στην επιχείρησή μου αυτή με την αγωγή της ..... .... στάθηκε όρθια συνεχίζοντας να έχει 3.500 μέλη (20 νέες εγγραφές ημερησίως) και να απασχολεί 65 υπαλλήλους. Νέα στοιχεία που προέκυψαν μετά την έκδοση της υπ` αριθμό 372- 390/2009 αποφάσεως του μεικτού ορκωτού εφετείου Αθηνών, που αφορούν στην εγκληματική δράση Τ.. Από την έρευνα που διενήργησα μαζί με τις ελληνικές και αμερικανικές υπηρεσίες μετά την έκδοση της υπ` αριθμό 372-390/2009 που αφορούν στο ποιόν του Τ. Α. προέκυψαν τα ακόλουθα συνταρακτικά στοιχεία: Α. Ο Τ. Α. (J. F.) γεννημένος στο Χαλέπι της Συρίας στις 13.11.1970 κάτοικος ... - ... 10, συμμετέχει σε ευρωπαϊκό δίκτυο οργανωμένης μουσουλμανικής τρομοκρατίας (.) και είναι πρώτος εξάδερφος του J. I., ο οποίος κρατείται σε ισπανικές φυλακές, ως ο ηθικός αυτουργός της βομβιστικής επίθεσης στον σιδηροδρομικό σταθμό ATTOCHA της Μαδρίτης (15.3.2004) με 165 νεκρούς όλοι αθώοι ισπανοί εργαζόμενοι πολίτες (σχετικό 31). Β. Έχει συλληφθεί επανειλλημένα να οπλοφορεί και να πυροβολεί σε δημόσιους χώρους σε ένοπλη συμμορία με τα αδέλφια του Α) J. K. του A. G. και της A. γεννήθηκε 13/2/1973 στο Χαλέπι της Συρίας (σχετικό 32 Β) J. T. Γ. Την 11.6.2012 αστυνομικοί της διεύθυνσης ασφαλείας Αττικής επιχείρησαν να τον συλλάβουν δυνάμει εντάλματος της ανακρίτριας Αθηνών. Εκείνος αδίστακτα πυροβόλησε και τραυμάτισε αμφοτέρους τους αστυνομικούς πράξη για την οποία καταδικάστηκε από το μεικτό ορκωτό δικαστήριο Αθηνών συνεδριάζον την 3η Δεκεμβρίου 2013 σε κάθειρξη 18 ετών για απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά ελλήνων αστυνομικών (υπ` αριθμό 833, 894, 895, 928, 929, 930/2013 Μ.Ο.Ε. Αθηνών) (σχετικό 33). Δ .Συνελήφθη επανειλημμένα να πλαστογραφεί και να εκβιάζει επιφανείς έλληνες πολίτες πλαστογραφώντας επιταγές τους (σχετικό 34). Γ. Νέα στοιχεία που προέκυψαν μετά την έκδοση της 372-390 Μ.Ο.Ε. Αθηνών και αφορούν αμιγώς το συμβάν της 18.3.2003. Γ.1. Ο ίδιος ο Τ. δηλώνει στα ακόλουθα έγγραφα: Γ.1.ι. Ιδιωτικό συμφωνητικό ενώπιον του δικηγόρου Αθηνών Δημητρίου Μπαλέρμπα (..., ... ...) της 16 Δεκεμβρίου 2006 ότι: "Ουδεμία σχέση έχει ο Π. με το συμβάν της 18.3.2003" (σχετικό 35). Γ.1.ιι. Απόδειξη είσπραξης δήλωση Τ. 17.1.2007 δηλώνει: "πιστεύω ότι ο Π. δεν έχει ουδεμία σχέση με όσα κατηγορείται" (σχετικό 36). Γ.1.ιιι. Απόδειξη - Δήλωση 21/1/2007 δηλώνει "Κατόπιν νεότερης ερεύνης μου διεπίστωσα ότι ο κος Π. ουδεμία σχέση έχει με όσα κατηγορείτε και παραπέμπεται να δικάσει ενώπιον του τριμελούς ορκωτού δικαστηρίου την 9η Φεβρουαρίου 2007". (σχετικό 37). Γ2. Ο κρίσιμος μάρτυρας Ν. (δεύτερος βληθείς στα πόδια) κατά το συμβάν της 18.3.2003 δηλώνει: (Σελίς 38 πρακτικών 84-130/2007 Μ.Ο.Ε. Αθηνών) "Ακούω τον Τ. να λέει ώχ με πυροβόλησαν στα πόδια, πρέπει να ήταν όρθιος ο Τ., δεν αντιλήφθηκα τον πυροβολισμό. (Σελίς 38 πρακτικών 84- 130/2007 Μ.Ο.Ε. Αθηνών) "Δεν άκουσα πυροβολισμό καν, ακούω "ωχ το πόδι μου" κι εκεί σηκώθηκα και είδα τον Τ. που είχε πέσει στην καρέκλα κάτω και έπιανε το πόδι του". "Αν έκανε αυτή την κίνηση (Σ.) αν δηλαδή έσκυβε πάνω από τον πάγκο θα μπορούσε να τον δεί". " Ο Τ. (μετά τον πυροβολισμό) και ο αδελφός του βγαίνουν έξω από το μαγαζί και εμένα δεν με πήραν είδηση που ήμουν πεσμένος. (Σελίς (40) πρακτικών 84-130/2007 Μ.Ο.Ε. Αθηνών " Δεν έχω συναλλαγές με τον κο Π., δεν τον ξέρω, εγώ δεν άκουσα "έρχονται οι μπράβοι του Π." μίλαγαν αραβικά μεταξύ τους δεν άκουσα το όνομα Π.". Από τα παραπάνω προκύπτει περίτρανα ότι ο πυροβοληθείς μάρτυρας Ν. ο οποίος δεν είχε καμία οικονομική συναλλαγή μαζί μου και ως εκ τούτου καμία πρόθεση εκβιάσεως μου δηλώνει απερίφραστα: Α. `Ότι ο Τ. κατά και μετά τον πυροβολισμό που δέχθηκε επιπολαίως στα πόδια ήταν όρθιος και εξήλθε του καταστήματος του μετά τον πυροβολισμό που εδέχθηκε μαζί με τον αδερφό του ως να μην συνέβαινε τίποτα. Μάλιστα συμφώνως των πληροφοριών μου ο Τ. εθεάθη σε κέντρο νυχτερινής διασκέδασης την επόμενη του πυροβολισμού του εορτάζοντας προφανώς την ευκαιρία που του δόθηκε να με εκβιάζει. Β. `Ότι ο Ν. ουδέποτε άκουσε κατά το συμβάν τους δράστες ή τον ίδιο τον Τ. να αναφέρει το όνομα Π.. Γ. Εκ της φυσικής περιγραφής του χώρου του συμβάντος εκ της ώρας του συμβάντος 16.00 και εκ του πλήθους των πελατών εντός του καταστήματος του Τ. προκύπτει: Ότι δύο καλοντυμένοι άντρες εισήλθαν περί ώρα 16.15 (εργάσιμη ώρα) σε ένα μικρό μαγαζάκι με διαθέσιμο χώρο περίπου 2.5 τ.μ. εις τον οποίο βρισκόντουσαν εκτός από τα δύο αδέρφια Τ., ο πωλητής χρωμάτων Ν. και πελάτες κυριολεκτικά δηλαδή σε απόλυτο συνωστισμό. Πως ευσταθεί η κατηγορία περί ανθρωποκτόνου προθέσεως των δραστών εν μέσω τόσων μαρτύρων με τα χαρακτηριστικά τους ακάλυπτα; Πως ευσταθεί η κατηγορία περί ανθρωποκτόνου προθέσεως των δραστών ως άνω οι οποίοι ενώ είναι άριστοι σκοπευτές πυροβολούν τον παθόντα εξ επαφής (στα 1, 5 μέτρα) και τον βάλουν στην άκρη του ποδιού του επιπολαίως καθ`ότι αυτός συνεχίζει να περπατάει και να εξέρχεται του καταστήματος του συζητώντας σε ήρεμη ψυχική κατάσταση με τον αδερφό τους. Να περπατάει και να εξέρχεται ήρεμος του καταστήματος του (διασκεδάζοντας μάλιστα την επομένη σε νυχτερινό κέντρο); Είναι προφανές ότι αν οι δράστες είχαν ανθρωποκτόνο πρόθεση δεν θα επισκέπτονταν το Τ. στις 16.00 (εργάσιμη ώρα) στο μικροσκοπικό κατάστημά του το οποίο κατά την ώρα του συμβάντος ήταν γεμάτο πελάτες (άρα δυνητικούς μάρτυρες) και δεν θα τον πυροβολούσαν όπως έκαναν εξ επαφής (1, 5 μέτρα). στην άκρη του ποδιού του αλλά σε ζωτικά σημεία του σώματος του (κεφάλι-θώρακας). Είναι καταλυτική εξάλλου η ένορκη κατάθεση του αδερφού Τ. (J. K.) στην αστυνομία κατά την προανάκριση αμέσως μετά το συμβάν ότι "πιστεύω ότι οι δράστες ήθελαν να τρομάξουν και όχι να σκοτώσουν τον αδερφό μου". Είναι τελικώς προφανής η προσπάθεια του Τ. να με εμπλέξει στην ως άνω υπόθεση αποσπώντας μου εκβιαστικά χρήματα που δεν δικαιούταν 16 Δεκεμβρίου 2006 (ως άνω) 21 Ιανουαρίου 2007 (ως άνω) και 17 Ιανουαρίου 2007 (ως άνω). Ο Τ. είναι πρόσωπο που εμπλέκεται σε οργανωμένη τρομοκρατική δράση στην Ευρώπη (S. J.). `Εχει σχηματίσει ένοπλη ομάδα με τους αδελφούς του η οποία επιτήθετο κατά ελλήνων πολιτών σε δημόσιο χώρο φτάνοντας μάλιστα στο αποκορύφωμα να επιχειρήσει να σκοτώσει έλληνες αστυνομικούς 11/6/2012 πράξη για την οποία καταδικάστηκε σε κάθειρξη 18 ετών για απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά ελλήνων αστυνομικών (833-930/13) μεικτό ορκωτό εφετείο Αθηνών (σχετικό 38). `Εχει πυροβοληθεί τουλάχιστον άλλες δύο φορές προφανώς από ανθρώπους με τους οποίους σχετίζεται δια της τρομοκρατικής δράσης του (σελίς 36 της 84- 130/2007 Μ.Ο.Ε. Αθηνών (σχετικό 39). Οι δράστες του συμβάντος της 17.3.2003 όπως προκύπτει από την αναλυτική κατάσταση εργαζομένων στην εταιρεία ............... υποβληθείσα στο Ι.Κ.Α. ουδέποτε εργάζονταν για την εταιρεία μου ή εμέ προσωπικώς και ούτε επισκεπτόταν τον χώρο του αθλητικού μου κέντρου ως πελάτες όπως προκύπτει εκ της αναλύσεως του βιβλίου πελατών της επιχειρήσεως και του ηλεκτρονικού συστήματος παρακολούθησης του (σχετικό 40). Εκ των ως άνω δεν υφίσταται οποιοσδήποτε αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ εμού και των δραστών. Επιπλέον δε τούτου προκύπτει ότι ο Τ. είναι διεθνής τρομοκράτης με οργανωμένη ένοπλη δράση ο οποίος δεν διαστάζει να πυροβολήσει κατά ελλήνων αστυνομικών πόσω δε μάλλον κατά οποιουδήποτε έμπαινε στο μαγαζί του με απειλητικές διαθέσεις. Εκ των ως άνω (ώρα, τοποθεσία συμβάντος) είναι προφανές ότι οι δράστες της επιθέσεως της 17.3.2003 κατά του ...... πήγαν να του μιλήσουν και βρέθηκαν εν αμύνει με τον Τ. να οπλοφορεί και να τους απειλεί. Παρά την δυσμενή θέση εις την οποία βρέθηκαν είχαν την ψυχραιμία προκειμένου να τον αναχαιτίσουν να τον πυροβολήσουν στην άκρη του ποδιού του εξ` επαφής και ουχί σε ζωτικό σημείο του σώματός του (κεφάλι ή θώρακα) που αποδεικνύει και την έλλειψη ανθρωποκτόνου πρόθεσής τους. Είναι καταλυτική εξάλλου η κατάθεση του αδερφού Τ. (J. K.) ο οποίος ισχυρίζεται ενώπιον της αστυνομίας ότι "πιστεύω ότι οι δράστες δεν είχαν σκοπό να σκοτώσουν τον αδερφό μου αλλά να τον φοβίσουν". Προς επίρρωση του ως άνω ισχυρισμού ο μάρτυς Ν. ισχυρίζεται "δεν άκουσα κανένα πυροβολισμό- είδα τον Τ. να βγαίνει του καταστήματος του μετά τον πυροβολισμό και να συζητάει εν ηρεμία με τον αδερφό του - και ουδείς εκ των δραστών ή των παθόντων- ανέφερε κατά την διάρκεια του συμβάντος το όνομα Π.". Τέλος είναι δεδομένο ότι ο Τ. πέραν της οργανωμένης τρομοκρατικής δράσης εις την οποία συμμετέχει, συμμετέχει και σε οργανωμένο κύκλωμα τοκογλυφίας, εκβίασης και πλαστογραφίας για την οποία έχει συλληφθεί επανειλημμένα στο παρελθόν και καταδικασθεί. Τέλος εκ της συνολικής πορείας του προσωπικού και επαγγελματικού μου βίου ο οποίος παραμένει άμεμπτος (σχετικό 41) έχοντας αθωωθεί στο σύνολο των κατηγοριών εις βάρος μου που προέκυψαν από την ενορχηστρωμένη κατάρρευση της επιχειρήσεως μου ................ θα πρέπει να πιθανολογείται από εσάς ότι και στην υπόθεση Τ. κατηγορούμαι παντελώς αδίκως και μάλιστα δεν παρέστει ποτέ ο ίδιος ενώπιον τόσο του μεικτού ορκωτού δικαστηρίου Αθηνών της 26ης Φεβρουαρίου 2007 όσο και στην εκδίκαση της εφέσεώς μου ενώπιον του μικτού ορκωτού εφετείου Αθηνών συνεδριάζον την 17ην Ιουνίου 2009. Το άδικο και ανυπόστατο των ως άνω καταδικών μου σε αντιδιαστολή με τον άμεμπτο και επιφανή επαγγελματικό μου βίο είχαν συνέπεια να καταστρέψουν πλήρως την υγεία μου αφού ξαφνικά (10.5.2011) έπαθα βαρειά καρδιακή προσβολή χωρίς κανένα κληρονομικό ή επιβαρυντικό παράγοντα και να υποβληθώ σε εγχείριση ανοικτής καρδιάς-τριπλής αρτηριακής μεταμόσχευσης 10.5.2011 Π.Γ.Ν. .) υφιστάμενος διαρκούς επιδείνωσης έκτοτε (σχετικό 42). Το Α` τριμελές πλημμελειοδικείο Χαλκίδας αναγνωρίζοντας την βαρύτητα της καταστάσεως της υγείας μου διέκοψε δια της 178/2013 αποφάσεως του την ποινή μου για λόγους ανήκεστου βλάβης της υγείας μου προκειμένου να νοσηλευθώ για πέντε μήνες στο Π.Γ.Ν. και να αποφευχθεί το ενδεχόμενο αιφνιδίου θανάτου μου (σχετικό 43). Η ως άνω απόφαση όλως παρανόμως δεν εκτελείται παρά το γεγονός ότι αυτή έχει καταστεί αμετάκλητη, αναντίρρητη και εκτελεστή και παρά το γεγονός ότι το ευρωπαϊκό δικαστήριο ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχει καταδικάσει δια της 63054/13 αποφάσεως του την ΕΛΛΑΣ για την καθυστέρηση εκτελέσεώς της (σχετικό 44). Αξιότιμε κύριε Εισαγγελέα Επειδή κατά το δικαστήριο μετά την καταδίκη μου από το Μ.Ο.Ε. Αθηνών της 17ης Ιουλίου 2009 προέκυψαν νέα άγνωστα στους δικαστές που καταδίκασαν - γεγονότα και αποδείξεις, τα οποία μόνα τους και σε συνδυασμό με εκείνα που είχαν προσκομισθεί προηγουμένως κάνουν φανερό, ότι αυτός που καταδικάστηκε (εγώ) είναι αθώος. Επειδή όπως προκύπτει εκ της στοιχειώδους αναλύσεως των καταθέσεων των αδερφών Τ. (J. F. KAI J. K.) αποδεικνύεται περίτρανα ότι αυτοί ψεύδονται προκειμένου και μόνο να με εκβιάσουν για να μου αποσπάσουν παράνομο περιουσιακό όφελος. Επειδή ο συνολικός επαγγελματικός και προσωπικός βίος μου έχει υπάρξει επιφανής και άμεμπτος ως άνω, γεγονός που δεν συνάδει με το είδος και την φύση του αποδιδομένου εις εμέ αδικήματος της απόπειρας ανθρωποκτονίας. Επειδή ο ψευδομηνυτής μου Τ. συμμετέχει ενεργά σε διεθνές κύκλωμα τρομοκρατίας με διακεκριμένη τρομοκρατική δράση (βομβιστική επίθεση στο σταθμό ATTOCHA της Μαδρίτης με 146 νεκρούς 15.3.2004) ως άνω. Επειδή ο ψευδομηνυτής μου Τ. καταδικάστηκε την 3η Δεκεμβρίου 2013/930/13 από το μεικτό ορκωτό δικαστήριο Αθηνών σε κάθειρξη 18 ετών για απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά των ελλήνων εκείνων αστυνομικών που επιχείρησαν να τον συλλάβουν δυνάμει σχετικού εντάλματος της κας ανακρίτριας Αθηνών το οποίο εκδόθηκε κατόπιν των μηνύσεων μου εναντίον του για σύσταση εγκληματικής οργάνωσης, απόπειρας ανθρωποκτονίας, εκβίασης, πλαστογραφίας και τοκογλυφίας ως άνω. Επειδή ο ψευδομηνυτής Τ. έχει πυροβοληθεί άλλες δύο φορές προφανώς από εγκληματίες και τρομοκράτες που συνανατρέφεται. Επειδή ο ψευδομηνυτής Τ. έχει συλληφθεί και καταδικασθεί επανειλημμένα στο παρελθόν για ένοπλη επίθεση σε δημόσιους χώρους ως άνω. Επειδή ο ψευδομηνυτής Τ. έχει συλληφθεί επανειλημμένα να πλαστογραφεί και να εκβιάζει ευυπόληπτους έλληνες επιχειρηματίες. Επειδή ο ψευδομηνυτής Τ. δηλώνει σε ιδιωτικό συμφωνητικό της 16ης Δεκεμβρίου 2006 και σε πλήθος δηλώσεων αποδείξεων 21.1.2007, 2.1.2007 και 11.1.2007 ότι ο Π. ουδεμία σχέση έχει με τον πυροβολισμό που δέχθηκε στις 17.3.2003, στοιχεία που ουδέποτε παρουσιάστηκαν στο προσβαλλόμενο δικαστήριο. Επειδή ο κρίσιμος μάρτυρας (παθών) Ν. ο οποίος δεν είχε καμία σχέση η συναλλαγή μαζί μου δηλώνει ότι κατά την διάρκεια του συμβάντος της 17.3.2003 δεν άκουσε κανέναν εκ των δραστών ή εκ των παθόντων και αναφέρει το όνομα Π. . Είναι δε ιδιαίτερα αποκαλυπτικός στην περιγραφή των κινήσεων τόσο των αδερφών Τ. λέγοντας ότι δεν άκουσε κάν πυροβολισμό, είδε τον Τ. να σηκώνεται ανενόχλητος και να εξέρχεται του καταστήματος του με τον αδερφό του, όσο και των δραστών λέγοντας ότι περί ώρα 16.00 με πλήθος δεμάτων μέσα στο μικρό κατάστημα του Τ. δύο ευπαρουσίαστοι ζήτησαν να του μιλήσουν. Περιγράφει ότι ο Τ. αντέδρασε επιθετικά απέναντι τους κάνοντας κίνηση να πιάσει το όπλο του. Περιγράφει δε αποκαλυπτικά τις κινήσεις των δραστών οι οποίοι σε απόσταση εξ` επαφής (1,5 μέτρα) πυροβόλησαν τον Τ. στην άκρη της κνήμης του στεκόμενοι μάλιστα από επάνω του. Είναι προφανές εκ των ως άνω οι δράστες δεν είχαν ανθρωποκτόνο πρόθεση. Επειδή ο μάρτυρας J. K. (αδερφός του ψευδομηνυτή) δηλώνει απερίφραστα ενώπιον αστυνομικών οργάνων ότι πιστεύει ότι οι δράστες της ως άνω επιθέσεως ήθελαν να φοβίσουν και όχι να σκοτώσουν τον αδερφό του. Επειδή οι δράστες της ως άνω επιθέσεως ουδέποτε εργάζονταν ή βρίσκονταν εντός του χώρου του αθλητικού μου κέντρου καθότι τόσο οι εργαζόμενοι όσο και οι 3.500 πελάτες καταγραφόντουσαν αναλυτικά τόσο στις μισθολογικές καταστάσεις του ΙΚΑ, το βιβλίο πελατών και το ηλεκτρονικό σύστημα καταγραφής. Επειδή δεν είχαν κίνητρο για την ως άνω επίθεση κατά του Τ. καθότι ευρέθει εναλλακτικός τρόπος χρηματοδοτήσεως της εταιρείας μου ............ από την .......... κατάστημα Αμαρουσίου παρά την ενορχηστρωμένη προσπάθεια οργανωμένου κυκλώματος τοκογλύφων με παρένθετο πρόσωπο τον Τ. να μου αρπάξουν την επιχείρηση και την πατρώα περιουσία μου με την δόλια μαζική σφράγιση μεταχρονολογημένων επιταγών μου. Επειδή έχω αθωωθεί πανηγυρικά στο σύνολο των κακουργηματικών κατηγοριών που με βάραιναν ένεκα της δόλιας κατάρρευσης της κορυφαίας για τα ελληνικά δεδομένα επιχειρήσεώς μου ......... .. . Από το ως άνω οργανωμένο κύκλωμα τοκογλύφων με παρένθετο πρόσωπο τον Τ.. Επειδή ένεκα του αδίκου της ως άνω καταδίκης μου ως πρωτοφανούς και πλήρως ασυμβίβαστης με τον έντιμο και επιφανή βίο και επαγγελματική μου πορεία καθώς και των αρχών ήθους και συννομίας της οικογενείας μου, υπέστη ανήκουστο βλάβη στην υγεία μου αφού πάσχω πλέον όλως απροειδοποιήτως από βαρειά στεφανιαία νόσο κεντρικού αρτηριακού στελέχους καρδιάς έχοντας υποβληθεί ως κρατούμενος σε εγχείριση ανοικτής καρδιάς- τριπλής αρτηριακής παράκαμψης- μεταμόσχευσης (10.5.2011 Π.Γ.Ν. ) και υφιστάμενος διαρκούς επιδείνωσης έκτοτε. Επειδή το Α` Τριμελές Πλημμελειοδικείο Χαλκίδας δια της 178/2013 αποφάσεως του διέταξε την διακοπή της ποινής μου για λόγους βλάβης της υγείας μου για πέντε (5) μήνες προκειμένου να μεταφερθώ στο Π.Γ.Ν. .., απόφαση που παρ`όλο που έχει καταστεί αμετάκλητη, αναντίρρητη και εκτελεστή αυτή δεν εκτελείται όλως παρανόμως προφανώς επηρεαζόμενη από την βαρύτατη παρότι άδικη καταδίκη μου από το Μ.Ο.Ε. Αθηνών δυνάμει της 372-390/09 αποφάσεώς του. Επειδή το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δια της 63054/14 αποφάσεως του καταδίκασε την ΕΛΛΑΣ για την μη εκτέλεση της 178/2013 Α` Τριμελούς Χαλκίδας ως γεγονός που με εκθέτει σε θανάσιμο κίνδυνο και συνιστά κατάφορη παραβίαση του άρθρου (2) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. ..." V. -Όμως τα ανωτέρω βιογραφικά του στοιχεία, που επικαλείται ο αιτών -ως "νέα γεγονότα - αποδείξεις"-, πέραν του ότι λήφθηκαν υπόψη και συναξιολογήθηκαν από το δικαστήριο (ίδετε: σελίδα 62, υπό στοιχ. 43 των πρακτικών), από μόνα τους, ή συνεκτιμώμενα, με τα στοιχεία που είχαν προσκομισθεί στο δικαστήριο, που εξέδωσε την ως άνω -υπ` αριθ. 372, 373, 374, 375, 380- 387, 388, 389, 390/2009, απόφαση του ΜΟΕ Αθηνών -της οποίας ζητείται η ακύρωση με την κρινόμενη αίτηση, δεν είναι ικανά να θεμελιώσουν λόγο, που μπορεί να δικαιολογήσει την αιτούμενη επανάληψη διαδικασίας, αφού δεν καθιστούν φανερό, δηλαδή σε σημείο που να εγγίζει την βεβαιότητα και όχι απλώς πιθανό, ότι ο αιτών δεν τέλεσε τις προαναφερθείσες αξιόποινες πράξεις για τις οποίες καταδικάσθηκε. Εξάλλου, όλοι οι ισχυρισμοί του, τα επιχειρήματα και οι αιτιάσεις του, που περιέχονται στην υπό κρίση αίτηση, αναμφίβολα, εστιάζονται γύρω, από την αξιοπιστία των κατατεθέντων από τους μάρτυρες, και γενικά γύρω από την μη ορθή αξιολόγηση των αποδεικτικών μέσων κατά την διάρκεια της δίκης, κατά την οποία καταδικάσθηκε, έτσι ώστε να σηματοδοτείται η επιδίωξή του -δια της ως άνω διαδικασίας- να υπάρξει, ένας νέος ουσιαστικός επανέλεγχος της κατηγορίας, ο οποίος κατά τα προεκτεθέντα είναι ανεπίτρεπτος. VI. -Ως εκ τούτου, θα πρέπει να απορριφθεί, η υπό κρίση αίτησή του για επανάληψη της διαδικασίας, -ως κατ` ουσίαν αβάσιμη-, και να επιβληθούν τα εκ διακοσίων πενήντα (250) € δικαστικά έξοδα σε βάρος του (άρθ. 583 §1 ΚΠΔ, σε συνδ. με το αρθρ. 3 §3 του Ν. 773/1977 και την 123827/23-12- 2010 Απόφαση Υπουργών Οικονομικών Δικαιοσύνης ). ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Προτείνουμε: 1) Να γίνει τυπικά δεκτή και ν` απορριφθεί στην ουσία της, η από 4-7-14 αίτηση επανάληψης της διαδικασίας, του Σ. Π., περί επαναλήψεως, προς το συμφέρον αυτού, της ποινικής διαδικασίας, που περατώθηκε με την με την έκδοση της αριθ. 372, 373, 374, 375, 380-387, 388, 389, 390/2009, απόφαση του ΜΟΕ Αθηνών. 2) Να επιβληθούν τα εκ διακοσίων είκοσι (250) € δικαστικά έξοδα, σε βάρος του. Γεώργιος Μπόμπολης Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου" Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και τον πληρεξούσιο του αιτούντος. ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ Κατά το άρθρο 525 παρ.1 περ. 2 του ΚΠΔ, η ποινική διαδικασία που περατώθηκε με αμετάκλητη απόφαση επαναλαμβάνεται προς το συμφέρον του καταδικασμένου για πλημμέλημα ή κακούργημα, εκτός των άλλων περιπτώσεων που αναφέρονται στο άρθρο αυτό περιοριστικά, και όταν, μετά την οριστική καταδίκη του, αποκαλύφθηκαν νέα, άγνωστα στους δικαστές που τον καταδίκασαν, γεγονότα ή αποδείξεις, τα οποία, μόνα τους ή σε συνδυασμό με εκείνα που είχαν προσκομισθεί προηγουμένως, κάνουν φανερό ότι αυτός είναι αθώος ή καταδικάσθηκε για έγκλημα βαρύτερο από εκείνο που πραγματικά τέλεσε. Υπάρχει δε βαρύτερο έγκλημα, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, όταν τροποποιείται ουσιωδώς ο χαρακτήρας της πράξεως και μεταβάλλεται το είδος αυτής, όχι δε όταν παρέχεται η δυνατότητα επιεικέστερης μεταχειρίσεως του υπαίτιου, λόγω συνδρομής ελαφρυντικών περιστάσεων ή άλλου λόγου μειώσεως της ποινής. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής "νέα γεγονότα ή αποδείξεις" είναι εκείνα που δεν υποβλήθηκαν στο δικαστήριο και έτσι ήταν άγνωστα στους δικαστές που εξέδωσαν την καταδικαστική απόφαση, ανεξαρτήτως αν υπήρχαν πριν από την καταδίκη ή προέκυψαν μεταγενέστερα. Τέτοιες αποδείξεις που μπορούν να στηρίξουν αίτηση επανάληψης της διαδικασίας, μπορεί να είναι οποιεσδήποτε, όπως καταθέσεις νέων μαρτύρων, αλλά και καταθέσεις ήδη εξετασθέντων, συμπληρωματικές ή τροποποιητικές ή διευκρινιστικές εκείνων που είχαν τεθεί υπόψη του δικαστηρίου, νέα έγγραφα, δικαστικές αποφάσεις ή άλλα στοιχεία που διευκρινίζουν αμφίβολα σημεία της υποθέσεως, με την προϋπόθεση, όμως, ότι οι αποδείξεις αυτές, εκτιμώμενες είτε μόνες τους, είτε σε συνδυασμό με εκείνες που είχαν προσκομισθεί στο δικαστήριο, καθιστούν φανερό και όχι απλώς πιθανό, ότι ο καταδικασμένος είναι αθώος ή καταδικάσθηκε για έγκλημα βαρύτερο από εκείνο που πραγματικά διέπραξε. Τα νέα, άγνωστα στους καταδικάσαντες δικαστές, γεγονότα ή αποδείξεις, πρέπει να αφορούν τα πραγματικά στοιχεία της υποθέσεως, τα οποία συγκροτούν το συλλογισμό του δικαστηρίου με τον οποίο δέχεται ότι συντρέχουν οι αντικειμενικοί ή υποκειμενικοί όροι τελέσεως ορισμένου εγκλήματος. Αντιθέτως, δεν περιλαμβάνονται στα άγνωστα στους δικάσαντες δικαστές γεγονότα, α) όσα είχαν τεθεί υπόψη ρητά ή εμμέσως στο δικαστήριο και απορρίφθηκαν από αυτό, ή δεν εκτιμήθηκαν προσηκόντως και β) όσα αναφέρονται στο μέρος εκείνο του συλλογισμού του δικαστηρίου, το οποίο αφορά στην ερμηνεία και την εφαρμογή της ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, η οποία καθιερώνει τους αντικειμενικούς και υποκειμενικούς όρους του εγκλήματος. Εξάλλου, σύμφωνα με τα άρθρα 528 παρ.1 εδ. α` και 527 παρ. 3 ΚΠΔ, αρμόδιο να αποφασίσει επί της αιτήσεως επαναλήψεως της διαδικασίας είναι το Συμβούλιο του Αρείου Πάγου, αν η αμετάκλητη καταδίκη απαγγέλθηκε από Εφετείο ήτοι και από ΜΟΕ. Στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία της κρινόμενης δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Με την προσβαλλόμενη για επανάληψη αμετάκλητη με αρ. 372-390/2009 απόφαση του ΜΟΕ Αθηνών, ο αιτών Σ. Π., απών, αλλά εκπροσωπηθείς νόμιμα από δικηγόρο, κηρύχθηκε, σε δεύτερο βαθμό, ένοχος κατά πλειοψηφία (5-2), 1) Ηθικής αυτουργίας σε δύο απόπειρες ανθρωποκτονίας, 2). Ηθικής αυτουργίας σε απλή συνέργεια Ι. Σ. στις ίδιες δύο απόπειρες ανθρωποκτονίας, 3). Ηθικής αυτουργίας σε απόπειρα πλημμεληματικής εκβίασης, 4). Κακουργηματικής πλαστογραφίας με χρήση κατ` εξακολούθηση επιταγών, 5). Ηθικής αυτουργίας σε οπλοφορία και 6). Ηθικής αυτουργίας σε οπλοχρησία σε δύο απόπειρες ανθρωποκτονίας, κατά συρροή, με χρόνο τελέσεως την 18-3-2003 και καταδικάστηκε, κατά συγχώνευση, σε συνολική ποινή καθείρξεως 29 ετών και ενός μηνός. Κατά τη γνώμη των δύο μειοψηφούντων μελών του άνω μικτού ορκωτού Εφετείου, ο αιτών έπρεπε να κηρυχθεί ένοχος, κατά επιτρεπτή μεταβολή των κατηγοριών, ηθικής αυτουργίας σε βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη κατά συρροή και ηθικής αυτουργίας σε απλή συνέργεια σε βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη κατά συρροή, αντί της απόπειρας ανθρωποκτονιών που καταδικάστηκε. Οπως από την παραπάνω με αρ. με αρ. 372-390/2009 απόφαση του ΜΟΕ Αθηνών και τα πρακτικά της προκύπτει, ο αιτών, από το σύνολο των αποδεικτικών μέσων (μάρτυρες, αναγνωσθέντα έγγραφα), κηρύχθηκε ένοχος, σε δεύτερο βαθμό, των παραπάνω αξιοποίνων πράξεων, με το εξής αιτιολογικό: "Στην προκειμένη περίπτωση από τις καταθέσεις των μαρτύρων της κατηγορίας και της υπερασπίσεως οι οποίοι εξετάστηκαν ενόρκως στο ακροατήριο και αναφέρονται ονομαστικά στα πρακτικά, τα έγγραφα τα οποία ανεγνώσθησαν και επίσης αναφέρονται στα πρακτικά, τα πρακτικά της εκκαλούμενης αποφάσεως τα οποία ανεγνώσθησαν, τις απολογίες των αυτοπροσώπως παρισταμένων πρώτου και δευτέρου κατηγορουμένων και όλη γενικά τη διαδικασία αποδείχτηκαν τα εξής πραγματικά περιστατικά: Στις 31-1-2003 και ώρα 00:45` περίπου ο μάρτυρας κατηγορίας Π. Μ., ο οποίος διατηρούσε στην οδό … αριθ. ., στην Αθήνα (περιοχή ...), κατάστημα (μπαρ) με το διακριτικό τίτλο "...", δέχθηκε στο πιο πάνω κατάστημα του την επίσκεψη του πρώτου κατηγορουμένου Ι. Σ., τον οποίο γνώριζε από διετίας ως εργαζόμενο στην είσοδο του μπαρ "..." και μάλιστα όχι μόνο κατ` όψιν αλλά και ονομαστικά. Κατά την επίσκεψη του αυτή ο πρώτος κατηγορούμενος συνοδευόταν από το δεύτερο Ε. Κ., τον οποίο ο Π. Μ. δεν γνώριζε μέχρι τότε και οποίος του συστήθηκε ως "Μ." αλλά και από άλλα σωματώδη άτομα (περίπου δέκα), η ταυτότητα των οποίων δεν κατέστη δυνατό να διακριβωθεί και με τα οποία είχαν ενωθεί για να διαπράξουν σε βάρος του Π. Μ. το αδίκημα της εκβιάσεως. Ειδικότερα και οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι δήλωσαν στον Π. Μ. ότι εφεξής θα αναλάβουν την προστασία της επιχειρήσεως του για την αποτροπή προκλήσεως βλάβης αυτής από τρίτα πρόσωπα. Του δήλωσαν δε ότι "έχουν γνωστούς στο Εκβιαστών να μην κάνει το λάθος να μιλήσει στην αστυνομία", ενώ η όλη στάση και παρουσία τους και ιδίως το γεγονός ότι συνοδεύονταν από σωματώδη άτομα καθιστούσε σαφές ότι η μη συμμόρφωση του θα επέφερε βλάβη στην επιχείρηση του και στον ίδιο. Ο Π. Μ. αρχικά προσπάθησε να αρνηθεί αλλά στη συνέχεια, φοβούμενος τις συνέπειες, δέχθηκε να τους δώσει τον αριθμό του κινητού του τηλεφώνου, όπως του ζήτησαν. Στο διάστημα που επακολούθησε και μέχρι τις 13-2-2003 ο δεύτερος κατηγορούμενος τηλεφωνούσε επανειλημμένα στον Π. Μ. και του ζητούσε να του καταβάλει για την προστασία της επιχειρήσεως του το ποσό των 200 ευρώ εβδομαδιαίως. Επειδή δε εκείνος αρνούνταν, τηλεφώνησε στη σύζυγο του και της είπε "πες στον άντρα σου να μας δώσει αυτά που θέλουμε, διαφορετικά θα έχει πρόβλημα η οικογένεια του". Στις 13-2-2003 ο δεύτερος κατηγορούμενος τηλεφώνησε τον Π. Μ. και του ζήτησε να συναντηθούν στη Γλυφάδα. Ο τελευταίος δέχθηκε και, συνοδευόμενος από το γιο του Α., το βράδυ της ίδιας ημέρας συναντήθηκε με τους δύο πρώτους κατηγορουμένους σε ένα ζαχαροπλαστείο στη Γλυφάδα, όπου αυτοί επανέλαβαν τις προαναφερθείσες εκβιαστικές αξιώσεις τους. Όμως ο Π. Μ. δεν υπέκυψε στις αξιώσεις αυτές αλλά αντίθετα στις 18-2-2003 τους κατήγγειλε στην αστυνομία και ειδικότερα τον μεν πρώτο ονομαστικά διότι, όπως προαναφέρθηκε τον γνώριζε από διετίας, τον δε δεύτερο αναγνώρισε από φωτογραφίες προσεσημασμένων προσώπων, οι οποίες του επιδείχθηκαν από τους αστυνομικούς. Εν τούτοις οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι συνέχισαν τις πιέσεις προς αυτόν μέχρι τις 25-5-2003, μάλιστα δε ο δεύτερος του τηλεφώνησε απειλητικά, λέγοντας του "θα σε γαμήσω όταν σε πετύχω, θα έρθω στο σπίτι σου και θα δεις τι θα πάθεις". Από δε την επανειλημμένη τέλεση του εγκλήματος της εκβιάσεως, προϋπόθεση που συντρέχει και επί εγκλήματος κατ` εξακολούθηση, όπως στην προκειμένη περίπτωση (Α.Π. 1074/2006 σε συμβούλιο Π.Χρ .ΝΖ.405, Α.Π.1174/ 2005 σε συμβούλιο Π.Χρ. ΝΣΤ.155), αλλά και από την υποδομή που οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι είχαν διαμορφώσει με πρόθεση επανειλημμένης τελέσεως της πράξεως αυτής, όπως το γεγονός ότι είχαν μεριμνήσει να συνοδεύονται από μεγάλο αριθμό σωματωδών ατόμων, προκύπτει σκοπός τους για πορισμό εισοδήματος αλλά και σταθερή ροπή τους για τη διάπραξη του εγκλήματος της εκβιάσεως ως στοιχείο της προσωπικότητας τους. Για τα πιο πάνω με σαφήνεια και κατηγορηματικότητα είχε καταθέσει κατά την προδικασία ο Π. Μ., ο οποίος, όπως προαναφέρθηκε, κατονόμασε τον πρώτο κατηγορούμενο, αναγνώρισε δε ανεπιφύλακτα το δεύτερο από φωτογραφίες οι οποίες του επιδείχθηκαν από τους αστυνομικούς. Όμως με τις καταθέσεις του ενώπιον του πρωτοβάθμιου και του παρόντος δικαστηρίου αναίρεσε πλήρως εκείνες της προδικασίας, όταν δε του υποδείχθηκε τούτο με την ανάγνωση σχετικών περικοπών των προηγούμενων καταθέσεων του, προέβαλε διάφορες ασαφείς και μη πειστικές δικαιολογίες. Η πλήρης μεταστροφή των καταθέσεων του πιο πάνω μάρτυρα, που είναι συνήθης σε θύματα τέτοιου είδους πράξεων, μπορεί να αποδοθεί στο φόβο που αισθάνεται, ενόψει και του γεγονότος ότι συνεχίζει την επαγγελματική του δραστηριότητα σε νυκτερινά κέντρα, σε συνδυασμό με το ότι κατηγορούμενοι έδρασαν από κοινού με άλλα άτομα, τα οποία παραμένουν άγνωστα και ακόμα ελεύθερα. Η κρίση του δικαστηρίου για τα πιο πάνω δεν αναιρείται από οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό στοιχείο, λαμβανομένου υπόψη και του ότι η μεν μάρτυρας υπερασπίσεως Χ. Σ., μητέρα του πρώτου κατηγορουμένου, δεν καταθέτει οτιδήποτε σχετικά με την πιο πάνω κατηγορία, οι ίδιοι δε οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι με τις απολογίες τους δεν έδωσαν εύλογες και πειστικές εξηγήσεις για τις πιο πάνω πράξεις τους, επωφελούμενοι της μεταστροφής της καταθέσεως του Π. Μ.. Περαιτέρω από τα ίδια αποδεικτικά στοιχεία που αναφέρθηκαν στην προηγούμενη σκέψη αυτής της αποφάσεως αποδείχτηκαν (κατά τη γνώμη που επικράτησε στο δικαστήριο όσον αφορά τις αποδιδόμενες στους κατηγορουμένους αξιόποινες πράξεις της απόπειρας ανθρωποκτονίας από πρόθεση κατά συρροή, της απλής συνέργειας σε απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση κατά συρροή, της ηθικής αυτουργίας σε απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση κατά συρροή και της ηθικής αυτουργίας σε απλή συνεργεία σε απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση κατά συρροή, παμψηφεί δε κατά τα λοιπά) τα εξής πραγματικά περιστατικά: Το καλοκαίρι του έτους 2001 ο μάρτυρας κατηγορίας και πρωτοδίκως παραστάς ως πολιτικώς ενάγων Α. Τ., ο οποίος διατηρούσε επιχείρηση εμπορίας χρωμάτων, ξυλείας και επίπλων στην οδό ... αριθ. . και ... στην Αθήνα (περιοχή ...), ανέλαβε εργολαβικά την εκτέλεση ξυλουργικών εργασιών και εργασιών διακοσμήσεως στο γυμναστήριο που διατηρούσε στη ... αριθ. 106, στα ... , ο τρίτος κατηγορούμενος Σ. Π., υπό τη μορφή ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "......". Τα συνεργεία του Α. Τ. συνέχισαν να εργάζονται στο πιο πάνω γυμναστήριο του τρίτου κατηγορουμένου και το επόμενο καλοκαίρι του έτους 2002 ενώ ήδη λειτουργούσε το γυμναστήριο, διότι ο τρίτος κατηγορούμενος του ανέθεσε και πρόσθετες εργασίες. Παράλληλα ο τρίτος κατηγορούμενος είχε αναθέσει στο Χ. Μ., εργολάβο οικοδομών, την εκτέλεση διάφορων οικοδομικών εργασιών στον ίδιο χώρο. Η συμφωνημένη αμοιβή για τις εργασίες που εκτέλεσε ο Α. Τ. ανήλθε στο ποσό των 156.000 ευρώ και για εκείνες που εκτέλεσε ο Χ. Μ. στο ποσό των 45.000 ευρώ περίπου. Εν τω μεταξύ ο τρίτος κατηγορούμενος, για να πραγματοποιήσει τα επιχειρηματικά του σχέδια, είχε προσφύγει σε δανεισμό από Τράπεζες, όμως δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις του. Για το λόγο αυτό, επωφελούμενος της συνεργασίας του με τον Α. Τ., ζήτησε από τον τελευταίο να ανταλλάσσουν επιταγές ευκολίας προκειμένου, καταθέτοντας αυτές που του έδινε ο τελευταίος στις Τράπεζες με τις οποίες είχε συναλλαγή, να εξασφαλίζει τη συνέχιση του δανεισμού του. Η οφειλή του από την αιτία αυτή, ενόψει του ότι όσες επιταγές δόθηκαν από αυτόν στον Α. Τ. δεν καλύφθηκαν και κάθε φορά τις αντικαθιστούσε με νέες, ανήλθε στο ποσό των 70.000 ευρώ. Εξάλλου, για να καλύψει την οφειλή του προς το Χ. Μ., ο τρίτος κατηγορούμενος παρέδωσε και σ` αυτόν μεταχρονολογημένες επιταγές, τις οποίες στη συνέχεια δεν μπορούσε να καλύψει. Στην προσπάθεια του να μην εμφανιστούν αυτές στην πληρώτρια Τράπεζα, πρότεινε στο Χ. Μ. και αυτός το δέχθηκε, να καταθέσει σε τραπεζικό λογαριασμό που τηρούσε ο τελευταίος στην Τράπεζα "....." το ποσό των 5.000 ευρώ. Όμως, χωρίς να ενημερώσει σχετικά το Χ. Μ., κατέθεσε σε μετρητά μόνο 1.000 ευρώ, έναντι δε των υπολοίπων 4.000 ευρώ κατέθεσε στο λογαριασμό του Χ. Μ. με τον αριθμό ... μία ισόποση επιταγή της Τράπεζας "......" με τον αριθμό ... που φερόταν ότι είχε εκδοθεί στην Αθήνα στις 14-2-2003 σε διαταγή του Χ. Μ. και έφερε μία δυσανάγνωστη υπογραφή στη θέση του εκδότη, ως προερχόμενη από αυτόν (τον τρίτο κατηγορούμενο). Τα στοιχεία αυτής της επιταγής τέθηκαν από τον τρίτο κατηγορούμενο, ο οποίος μάλιστα στη συνέχεια, αφού την οπισθογράφησε, θέτοντας απομίμηση της υπογραφής του φερόμενου ως λήπτη Χ. Μ. στη θέση της πρώτης οπισθογραφήσεως, εμφάνισε αυτήν στην πιο πάνω Τράπεζα και παραπλανώντας τους υπαλλήλους ως προς τη γνησιότητα της, πέτυχε να κατατεθεί το προϊόν της στον πιο πάνω λογαριασμό του, επ` ονόματι του. Η επιταγή αυτή, όπως εκ των υστέρων πληροφορήθηκε τηλεφωνικά ο Χ. Μ. από το Χ. Δ., δικαιούχο του λογαριασμού όπου συρόταν η επιταγή, είχε κλαπεί λευκή από την κατοχή του και ήταν πλαστή ως προς όλα τα στοιχεία της, τα οποία, όπως προαναφέρθηκε, είχαν τεθεί από τον τρίτο κατηγορούμενο. Στη συνέχεια ο τρίτος κατηγορούμενος, προκειμένου να κατασιγάσει τις εύλογες ανησυχίες του Χ. Μ. (τόσο για την εξόφληση της προς αυτόν οφειλής όσο και για την τυχόν δικαστική εμπλοκή του, δεδομένου ότι φαινόταν να έχει καταθέσει στο λογαριασμό του κλεμμένη και πλαστογραφημένη επιταγή), αφού ισχυρίστηκε ότι δεν γνώριζε τίποτα για την προέλευση της επιταγής, του έδωσε έναντι της οφειλής του άλλες δύο επιταγές της ........... Τράπεζας, ήτοι μία με τον αριθμό ..., στην οποία είχε συμπληρώσει αριθμητικά το ποσό των 7.000 ευρώ και είχε θέσει την υπογραφή του εκδότη και μία με τον αριθμό ..., την οποία του παρέδωσε μόνο με την υπογραφή του εκδότη, αφήνοντας ασυμπλήρωτο το ποσό για να δείξει στο Χ. Μ. ότι τον εμπιστεύεται και ότι πρέπει και αυτός να τον εμπιστευθεί και να δεχθεί τις νέες επιταγές. Πράγματι ο Χ. Μ., μη έχοντας και άλλη επιλογή για την ικανοποίηση της απαιτήσεως του, πήρε τις επιταγές. Όμως, επειδή η εμπιστοσύνη του προς τον τρίτο κατηγορούμενο είχε πλέον κλονισθεί, φρόντισε να ελέγξει ποιος ήταν ο δικαιούχος των λογαριασμών στους οποίους σύρονταν. Έτσι διαπίστωσε ότι η μεν πρώτη επιταγή προερχόταν από στέλεχος επιταγών που είχε αφαιρεθεί με ληστεία στις 20-12-2002 από τον κατασκευαστή πολυκατοικιών Μ. Κ. μαζί με τις σφραγίδες των επιχειρήσεων με τις επωνυμίες "....." και ".... ......", των οποίων ήταν νόμιμος εκπρόσωπος, η δε δεύτερη επιταγή προερχόταν από στέλεχος επιταγών που ανήκε στον επιχειρηματία Σ. Π., από τον οποίο είχε κλαπεί κατά το διάστημα από 30-11-2002 έως 1-12-2002. Τις επιταγές αυτές ο Χ. Μ. τις φωτοτύπησε και τις επέστρεψε στον τρίτο κατηγορούμενο στις 5-3-2003, αφού προηγουμένως ζήτησε από τον τελευταίο να δηλώσει ενυπόγραφα πάνω στη φωτοτυπία ότι παρέλαβε τα σώματα των εν λόγω επιταγών που τα είχε δώσει στις 25-2-2003 έναντι λογαριασμού για τις εργασίες που είχαν γίνει στην επιχείρηση του, γιατί ύστερα από έλεγχο που έκανε ο Χ. Μ. "ευρέθησαν μη νόμιμες". Περαιτέρω για την κάλυψη της οφειλής του προς τον Α. Τ. ο τρίτος κατηγορούμενος είχε μεταβιβάσει σ` αυτόν πολλές επιταγές του που δεν πληρώθηκαν ελλείψει διαθεσίμων κεφαλαίων. Μεταξύ αυτών έδωσε στον Α. Τ. τις προαναφερθείσες επιταγές με τους αριθμούς ... και ... τις οποίες του είχε επιστρέψει ο Χ. Μ., αλλά τώρα είχε προσθέσει και πάλι αυθαίρετα στη μεν πρώτη ως τόπο εκδόσεως την Αθήνα, ως ημερομηνία εκδόσεως την 15-3-2003, το ποσό των 7.000 ευρώ που υπήρχε αριθμητικώς τώρα και ολογράφως και ως λήπτη τον Α. Τ., στη δε δεύτερη που ήταν λευκή ως προς όλα τα στοιχεία της πλην της φερόμενης ως υπογραφής του εκδότη, πρόσθεσε ως τόπο εκδόσεως την Αθήνα, ως ημερομηνία εκδόσεως την 30-4-2003, ως ποσό αριθμητικώς και ολογράφως αυτό των 13.000.......... Τράπεζας, που είχαν αφαιρεθεί και αυτές η πρώτη από τον Μ. Κ. και η δεύτερη από το Σ. Π.. Ειδικότερα στην επιταγή με τον αριθμό ... έθεσε ως τόπο εκδόσεως την Αθήνα, ως ημερομηνία εκδόσεως την 10-3-2003, το ποσό των 13.500 ευρώ αριθμητικώς και ολογράφως, στην ένδειξη "πληρώστε με την επιταγή αυτή σε διαταγή" τη φράση "εμού του ιδίου" και τέλος στη θέση του εκδότη και του πρώτου οπισθογράφου δυσανάγνωστη υπογραφή, ως προερχόμενη από το δικαιούχο του λογαριασμού όπου συρόταν η εν λόγω επιταγή, δηλαδή το Μ. Κ., εν αγνοία και χωρίς τη συναίνεση αυτού, αφού όπως προαναφέρθηκε ήταν προϊόν ληστείας. Εξάλλου στην επιταγή με τον αριθμό ... έθεσε ως τόπο εκδόσεως την Αθήνα, ως ημερομηνία εκδόσεως την 30-3-2003, ως ποσό, αριθμητικώς και ολογράφως, αυτό των 14.637 ευρώ, στην ένδειξη "πληρώστε με την επιταγή αυτή σε διαταγή" τη φράση "εμού του ιδίου" και στη θέση του εκδότη αλλά και του πρώτου οπισθογράφου την υπογραφή του Μ. Κ. κάτω από τη σφραγίδα της εταιρείας "............." ως νομίμου εκπροσώπου αυτής, εν αγνοία του βέβαια και χωρίς τη συναίνεση του και στη συνέχεια έθεσε απομιμήσεις των υπογραφών των νομίμων εκπροσώπων των εταιρειών με τις επωνυμίες "................" και "............" ως διαδοχικών οπισθογράφων, χωρίς αυτοί να το γνωρίζουν και χωρίς τη συναίνεση τους. Εξάλλου τον Ιανουάριο του έτους 2003 ο τρίτος κατηγορούμενος παρέδωσε στον παλαιό του γνώριμο Β. Π. την επιταγή της ........ Τράπεζας με τον αριθμό ..., για να την προεξοφλήσει μέσω των συναλλαγών του με τη δική του Τράπεζα. Και η επιταγή αυτή ήταν από εκείνες που είχαν αφαιρεθεί με ληστεία από το Μ. Κ., σ` αυτήν δε ο τρίτος κατηγορούμενος συμπλήρωσε παράνομα ως τόπο εκδόσεως την Αθήνα, ως ημερομηνία εκδόσεως την 30-5-2003, ως ποσό αυτό των 6.875 ευρώ αριθμητικώς και στη θέση του εκδότη, κατ` απομίμηση, την υπογραφή του Μ. Κ. ως νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας ".........". Εν τω μεταξύ ο κατηγορούμενος ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με το Β. Π. για την πώληση σ` αυτόν της επιχειρήσεως του γυμναστηρίου και για το λόγο αυτό το Φεβρουάριο του έτους 2003 ο τελευταίος του κατέβαλε το ποσό των 150.000 ευρώ. Στη συνέχεια όμως ο κατηγορούμενος δεν προχώρησε στη μεταβίβαση του γυμναστηρίου προς το Β. Π. και δεν του απέδωσε το προαναφερθέν ποσό των 150.000 ευρώ. Το Μάρτιο του έτους 2003 ο Β. Π. προσπάθησε να εισπράξει το ποσό της επιταγής με τον αριθμό ... για την εν μέρει απόσβεση της απαιτήσεως του προς απόδοση του ποσού των 150.000 ευρώ. Τότε όμως διαπίστωσε και αυτός ότι η επιταγή είχε εκφύγει από την κατοχή του Μ. Κ. με ληστεία και είχε πλαστογραφηθεί από τον τρίτο κατηγορούμενο. Στις πιο πάνω πράξεις του προέβη ο τρίτος κατηγορούμενος με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του παράνομο περιουσιακό όφελος συνολικού ύψους 59.048 ευρώ, όσο και το ποσό των επιταγών, βλάπτοντας αντίστοιχα τους κομιστές των επιταγών. Από την επανειλημμένη δε τέλεση της πιο πάνω αξιόποινης πράξεως της πλαστογραφίας, προϋπόθεση που συντρέχει και επί εγκλήματος κατ` εξακολούθηση, όπως προαναφέρθηκε, προκύπτει σκοπός του για πορισμό εισοδήματος αλλά και σταθερή ροπή του για τη διάπραξη του εγκλήματος της πλαστογραφίας ως στοιχείο της προσωπικότητας του. Περαιτέρω ο Α. Τ. περί τις 17-3-2003 μετέβη στην πληρώτρια Τράπεζα με μία από τις προαναφερθείσες επιταγές που του είχε μεταβιβάσει ο τρίτος κατηγορούμενος προκειμένου να την εμφανίσει προς πληρωμή, εκεί όμως πληροφορήθηκε την παράνομη προέλευση της. Αφού προέβη σε σχετικό έλεγχο και για τις άλλες επιταγές και διαπίστωσε ότι όλες ήταν προϊόντα κλοπής ή ληστείας και πλαστογραφημένες, επικοινώνησε με τη δικηγόρο του προκειμένου να επιδιώξει δικαστικά την είσπραξη τους. Την ίδια ημέρα (17-3-2003) τηλεφώνησε στον τρίτο κατηγορούμενο, στον οποίο διαμαρτυρήθηκε έντονα, ανακοινώνοντας του την πρόθεση του να προσφύγει στο δικαστήριο για την ικανοποίηση των αξιώσεων του. Τότε ο τρίτος κατηγορούμενος, επιχειρώντας να τον εξαναγκάσει να μην προχωρήσει στη σφράγιση των επιταγών, του απηύθυνε την απειλητική φράση "αν τολμήσεις να μου σφραγίσεις μια επιταγή, θα φύγεις από τη ζωή. Πάρε την οικογένεια σου και φύγε με το πρώτο αεροπλάνο μακριά από την Ελλάδα". Όμως η πράξη του αυτή (της απλής εκβιάσεως) δεν ολοκληρώθηκε από λόγους εξωτερικούς και ανεξάρτητους της θελήσεως του και συγκεκριμένα διότι ο Α. Τ. δεν παραιτήθηκε από τη δικαστική επιδίωξη της απαιτήσεως του. Στις 18:00` περίπου της επομένης (18-3-2003) ο Α. Τ. βρισκόταν στο πιο πάνω κατάστημα του στην οδό ... αριθ.. και ... και συγκεκριμένα καθόταν σε ένα γραφείο που υπήρχε πίσω από τον πάγκο του καταστήματος, μπροστά δε από το γραφείο, με γυρισμένη την πλάτη του προς τον πάγκο αλλά και προς την είσοδο του καταστήματος, καθόταν ο Δ. Ν., πωλητής χρωμάτων, με τον οποίο εκείνη την ώρα συνεργαζόταν. Την ίδια ώρα ερχόταν προς το κατάστημα ο μάρτυρας κατηγορίας K. J., αδελφός και συνεργάτης του Α. Τ., ο οποίος, όταν στάθμευσε το αυτοκίνητο του, διαπίστωσε ότι στο πεζοδρόμιο έξω από το κατάστημα στέκονταν δύο άγνωστα άτομα καθώς και οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι, τους οποίους αναγνώρισε διότι τους έβλεπε στο γυμναστήριο του τρίτου κατηγορουμένου, όπου είχε εργασθεί και ο ίδιος ως συνεργάτης του αδελφού του. Επειδή γνώριζε τη διένεξη του αδελφού του με τον τρίτο κατηγορούμενο και επειδή, όπως ήδη έχει εκτεθεί, αναγνώρισε τους δύο πρώτους κατηγορουμένους, μπήκε γρήγορα στο κατάστημα φωνάζοντας στον αδελφό του "ο Π. σου έστειλε μπράβους". Ο Α. Τ. στράφηκε προς την πόρτα, απ` όπου είδε να μπαίνουν οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι, κρατώντας ο καθένας από ένα πιστόλι, το οποίο έφεραν μαζί τους παράνομα, δηλαδή χωρίς άδεια της αρμόδιας αρχής, ενώ τα δύο άγνωστα άτομα έμειναν στην είσοδο του καταστήματος. Ο δεύτερος κατηγορούμενος στάθηκε στο μέσο του πάγκου του καταστήματος με το πιστόλι στο χέρι, χωρίς να κάνει χρήση του και χωρίς να μιλήσει καθόλου, ενθαρρύνοντας έτσι με την παρουσία του τον πρώτο κατηγορούμενο, ο οποίος, προβλέποντας ως ενδεχόμενο αποτέλεσμα της κατωτέρω πράξεως του την πρόκληση του θανάτου του Α. Τ. και του Δ. Ν., αποτέλεσμα το οποίο επιδοκίμαζε, κινήθηκε προς το άκρο του πάγκου κρατώντας το πιστόλι και μόλις έφθασε εκεί, αφού απηύθυνε στο μηνυτή τη φράση "έλα βγες έξω μαλάκα, θα ξαναπάς στην Τράπεζα;", ευρισκόμενος σε ήρεμη ψυχική κατάσταση που επέτρεπε την πλήρη σκέψη, έστρεψε το πιστόλι του κατά του Α. Τ. και, σκοπεύοντας, πυροβόλησε κατ` αυτού τη στιγμή που ο τελευταίος πεταγόταν από την καρέκλα του φωνάζοντας "όπλα". Έτσι ο πρώτος κατηγορούμενος αστόχησε και η βολίδα κτύπησε κάποιους υαλοπίνακες που ήταν ακουμπισμένοι στον τοίχο πίσω από το γραφείο. Στη συνέχεια ο πρώτος κατηγορούμενος, σκοπεύοντας και πάλι από μικρή απόσταση, πυροβόλησε για δεύτερη φορά τον Α. Τ., τον οποίο αυτή τη φορά τραυμάτισε. Εν τω μεταξύ ο μεν K. J. είχε πέσει στο έδαφος για να καλυφθεί, ο δε Δ. Ν., ο οποίος δεν είχε δει από την αρχή τους δύο πρώτους κατηγορουμένους και δεν είχε αντιληφθεί μέχρι τότε τι συνέβαινε, πετάχτηκε όρθιος και στράφηκε προς αυτούς, σηκώνοντας ψηλά τα χέρια του. Τότε ο πρώτος κατηγορούμενος, ευρισκόμενος σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και σκοπεύοντας ακόμα μία φορά από κοντινή απόσταση κατά του Δ. Ν., τον πυροβόλησε και τον τραυμάτισε. Όμως το πιο πάνω αποτέλεσμα, το οποίο ο πρώτος κατηγορούμενος προέβλεψε ως ενδεχόμενο και το οποίο αυτός επιδοκίμαζε, δηλαδή η θανάτωση των πιο πάνω παθόντων, δεν επήλθε για λόγους εξωτερικούς και ανεξάρτητους της θελήσεως του και συγκεκριμένα επειδή οι παθόντες τραυματίστηκαν αλλά δεν επλήγησαν σε καίρια σημεία του σώματος τους. Ειδικότερα ο μεν Α. Τ. τραυματίστηκε στο μηρό του δεξιού του ποδιού και του προκλήθηκε διαμπερές τραύμα, ήτοι κυκλικό τραύμα διαμέτρου 1,4 εκατοστών στην έσω επιφάνεια του δεξιού μηρού (κάτω τριτημόριο) με την είσοδο της βολίδας του όπλου και τραύμα διαμέτρου 2 εκατοστών στην έξω επιφάνεια του δεξιού μηρού (κάτω τριτημόριο), όπου η πύλη εξόδου της βολίδας του όπλου, ο δε Δ. Ν. τραυματίστηκε στους γλουτούς και του προκλήθηκε τυφλό τραύμα με πύλη εισόδου της βολίδα του πυροβόλου όπλου τον αριστερό γλουτό και σημείο ενσφηνώσεως τον δεξιό γλουτό και ειδικότερα κυκλικό τραύμα διαμέτρου εκατοστού περίπου κατά το έξω τριτημόριο του αριστερού γλουτού, όπου η πύλη εισόδου της βολίδας του όπλου και τραύμα κατά το έξω τεταρτημόριο του δεξιού γλουτού απ` όπου αφαιρέθηκε χειρουργικά η βολίδα του όπλου. Το γεγονός ότι ο πρώτος κατηγορούμενος προέβλεψε ως ενδεχόμενο αποτέλεσμα των πυροβολισμών κατά των παθόντων το θάνατο τους, καθώς και το ότι επιδοκίμαζε το αποτέλεσμα αυτό προκύπτει ιδίως από το ότι: α) πυροβόλησε κατά του Α. Τ. ενώ ο τελευταίος βρισκόταν εν κινήσει (σηκωνόταν από την καρέκλα του), τούτο δε σημαίνει ότι η βολίδα μπορούσε να τον πλήξει οπουδήποτε και να επιφέρει το θάνατο του, β) πυροβόλησε και δεύτερη φορά κατ` αυτού μετά την πρώτη άστοχη βολή και γ) πυροβόλησε στο κέντρο του σώματος του Δ. Ν., τον οποίο, λόγω του ότι και αυτός κινούνταν (σηκωνόταν από την καρέκλα του και στρεφόταν προς το μέρος του), η βολίδα μπορούσε να είχε πλήξει στην κοιλιακή χώρα. Εξάλλου από το γεγονός ότι ο δεύτερος κατηγορούμενος πήγε μαζί με τον πρώτο στο κατάστημα του Α. Τ. και από το ότι στεκόταν δίπλα του εποπτεύοντας το χώρο και κρατώντας εμφανώς το όπλο που έφερε μαζί του ενώ ο πρώτος σκόπευε και πυροβολούσε τους παθόντες, προκύπτει σαφώς ότι ο δεύτερος παρείχε τη βοήθεια αυτή υποστηρίζοντας τουλάχιστον ψυχικά τον πρώτο στην τέλεση της αξιόποινης πράξεως της απόπειρας ανθρωποκτονίας κατά συρροή σε ήρεμη ψυχική κατάσταση με ενδεχόμενο δόλο. Τέλος την απόφαση στους δύο πρώτους κατηγορουμένους να τελέσουν τις αξιόποινες πράξεις της απόπειρας ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συρροή (ο πρώτος), της απλής συνέργειας σε απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση κατά συρροή (ο δεύτερος), της παράνομης οπλοφορίας (και οι δύο) και της οπλοχρησίας κατά συρροή (ο πρώτος), προκάλεσε με πειθώ και φορτικοτητα και με την υπόσχεση αμοιβής, ο τρίτος κατηγορούμενος Σ. Π., ο οποίος: α) γνώριζε τους δύο πρώτους κατηγορουμένους πριν από την τέλεση των πιο πάνω αξιόποινων πράξεων τους, όπως προκύπτει από το γεγονός ότι ο K. J. τους είχε δει στο γυμναστήριό του, β) είχε έλθει σε ρήξη με τον Α. Τ. εξαιτίας της δηλωμένης προθέσεως του τελευταίου να εμφανίσει στις πληρώτριες Τράπεζες τις πλαστές επιταγές που του είχε μεταβιβάσει, γ) την προηγουμένη είχε απευθύνει τηλεφωνικά στον Α. Τ. την απειλητική φράση "αν τολμήσεις να μου σφραγίσεις μια επιταγή, θα φύγεις από τη ζωή. Πάρε την οικογένεια σου και φύγε με το πρώτο αεροπλάνο μακριά από την Ελλάδα", έτσι δε δικαιολογείται και η φράση του πρώτου κατηγορουμένου "θα ξαναπάς στην Τράπεζα;". Ειδικότερα ο τρίτος κατηγορούμενος προέτρεψε τους δύο πρώτους να μεταβούν φέροντας παράνομα όπλα στο κατάστημα του Α. Τ., δίνοντας τους και τις αναγκαίες πληροφορίες, εφόσον αυτοί δεν είχαν προηγουμένως σχέση με αυτόν, επί πλέον δε προέτρεψε τον πρώτο να πυροβολήσει κατά του Α. Τ., αποδεχόμενος τη σοβαρή πιθανότητα να θανατωθεί αυτός αλλά και κάποιος άλλος από τους ευρισκόμενους τυχαία στο κατάστημα, όπως ήταν ο Δ. Ν., αποτέλεσμα το οποίο επιδοκίμαζε, ανεξάρτητα από το ότι τελικά ο πρώτος δεν κατόρθωσε να ολοκληρώσει την πράξη της ανθρωποκτονίας και ο δεύτερος εκείνη της απλής συνέργειας σε ανθρωποκτονία από λόγους που δεν ανάγονται στην πραγματική τους βούληση κατά τ` ανωτέρω. Για όλα τα πιο πάνω σαφείς και κατηγορηματικές είναι οι καταθέσεις των προαναφερθέντων μαρτύρων κατηγορίας Α. Τ. και K. J., οι οποίες ενισχύονται από: α) τις αναγνωσθείσες ιατροδικαστικές εκθέσεις, β) την αναγνωσθείσα έκθεση αυτοψίας και τις επισκοπηθείσες φωτογραφίες του χώρου του συμβάντος, γ) την κατάθεση του μάρτυρα κατηγορίας Μ. Κ., ο οποίος κατέθεσε ότι άγνωστοι αλλοδαποί με ένοπλη ληστεία του αφαίρεσαν μεταξύ άλλων ένα μπλοκ επιταγών της ......... Τράπεζας και τις σφραγίδες των εταιρειών των οποίων ήταν νόμιμος εκπρόσωπος, ότι μετά τη ληστεία την οποία κατήγγειλε νόμιμα ειδοποιήθηκε από την Τράπεζα ότι ο Α. Τ. εμφανίστηκε ως κομιστής μιας από τις επιταγές, σε επικοινωνία του δε με τον τελευταίο, αυτός του είπε ότι την επιταγή του είχε μεταβιβάσει κάποιος Π. από τα ..., δ) την κατάθεση του μάρτυρα κατηγορίας Η. Ξ., πεθερού του προηγουμένου μάρτυρα, ο οποίος κατέθεσε ότι στις 18-3-2003 κατά τις απογευματινές ώρες πήγε στο κατάστημα του Α. Τ. προκειμένου να ζητήσει εξηγήσεις από αυτόν για τον τρόπο που περιήλθε στην κατοχή του η επιταγή του γαμβρού του και πριν εισέλθει στο κατάστημα είδε τους δράστες της επιθέσεως σε βάρος του και άκουσε τους πυροβολισμούς. Και ναι μεν και ο μάρτυρας αυτός στην προανακριτική του κατάθεση είχε καταθέσει ότι οι δράστες της επιθέσεως, τους οποίους τότε είχε χαρακτηρίσει ως "μπράβους", ήταν τέσσερις και ότι οι δύο έμειναν εκτός του καταστήματος και οι δύο, τους οποίους περιέγραψε, μπήκαν μέσα, ήδη δε ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου κατέθεσε ότι οι δράστες ήταν δύο και ότι δεν τους είδε καλά. Όμως αυτή η μεταστροφή της καταθέσεως του μάρτυρα μπορεί να αποδοθεί στους λόγους που προαναφέρθηκαν για τον Π. Μ., ενόψει του ότι και ο ίδιος παραδέχεται ότι από μετά τα πιο πάνω συμβάντα ο ίδιος και η οικογένεια του τελούν υπό καθεστώς φόβου. Τα πιο πάνω δεν αναιρούνται από οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό στοιχείο, ενόψει και του ότι η μεν μάρτυρας υπερασπίσεως Χ. Σ. δεν έχει ιδία αντίληψη για το συμβάν και η κατάθεση της στηρίζεται αποκλειστικά σε διηγήσεις του γιου της πρώτου κατηγορουμένου, οι δε πρώτος και δεύτερος κατηγορούμενοι με τις απολογίες τους δεν έδωσαν εύλογες και πειστικές εξηγήσεις για το συμβάν αυτό. Ειδικότερα ο πρώτος κατηγορούμενος ισχυρίζεται ότι είχε μεταβεί με ένα φίλο του (και όχι τον συγκατηγορούμενό του) στο κατάστημα του Α. Τ. διότι είχε πληροφορίες ότι αυτός πωλούσε ναρκωτικά στην ήδη αποβιώσασα αδελφή του Ε. Σ., ότι ο Α. Τ. φώναξε "βγάλτε τα όπλα" και ο Δ. Ν. κινήθηκε απειλητικά κατ` αυτού, με αποτέλεσμα να φοβηθεί και να πυροβολήσει, όμως ο ισχυρισμός του αυτός δεν επιβεβαιώνεται από οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό στοιχείο. Ούτε άλλωστε αντέχει στη βάσανο της λογικής να φοβάται ο αιφνιδιάζων και ένοπλος τους αιφνιδίαζα μένους και άοπλους. Εξάλλου ο δεύτερος κατηγορούμενος τηρεί αρνητική στάση, ισχυριζόμενος ότι δεν ήταν παρών στο συμβάν, επωφελούμενος του γεγονότος ότι ο μάρτυρας K. J., όταν αρχικά τον αναγνώρισε με την επίδειξη φωτογραφιών, είχε εκφράσει "μικρή επιφύλαξη". Όμως ο μάρτυρας αυτός, όταν στη συνέχεια είδε τον ανωτέρω κατηγορούμενο στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου και του παρόντος δικαστηρίου, τον αναγνώρισε ανεπιφύλακτα. Τέλος ο τρίτος κατηγορούμενος, εκπροσωπηθείς δια πληρεξουσίου συνηγόρου και μη εμφανισθείς αυτοπροσώπως στο παρόν δικαστήριο, όπως άλλωστε έπραξε και πρωτοδίκως, δεν εξέθεσε ο ίδιος τις απόψεις του ενώπιον του δικαστηρίου, για να εκτιμηθεί η ειλικρίνεια και η βασιμότητα τους. Ενόψει όλων των ανωτέρω πρέπει οι κατηγορούμενοι να κηρυχθούν ένοχοι των αποδιδόμενων σ` αυτούς αξιόποινων πράξεων, όπως τα πραγματικά περιστατικά που τις θεμελιώνουν αναλυτικά αναφέρονται στο διατακτικό, κατά τη γνώμη μεν που επικράτησε στο δικαστήριο όσον αφορά τις πράξεις που αναφέρονται πιο κάτω με τα στοιχεία 1α, 2α, 3α και 3β, παμψηφεί δε όσον αφορά τις λοιπές και ειδικότερα: 1) ο πρώτος εξ αυτών Ι. Σ.: α) της απόπειρας ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συρροή, β) της απόπειρας εκβιάσεως κατά συναυτουργία και κατ` εξακολούθηση με απειλές ενωμένες με επικείμενο κίνδυνο σώματος και ζωής κατά του ίδιου του παθόντος και της οικογενείας του και με απειλή βλάβης της επιχειρήσεως του, καθώς και με προσφορά παροχής προστασίας για την αποτροπή προκλήσεως τέτοιας βλάβης από τρίτα πρόσωπα, κατά συνήθεια και κατ` επάγγελμα, γ) της συμμορίας, δ) της παράνομης οπλοφορίας και ε) της οπλοχρησίας κατά συρροή, 2) ο δεύτερος εξ αυτών Ε. Κ.: α) της απλής συνέργειας σε απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συρροή, β) της απόπειρας εκβιάσεως κατά συναυτουργία και κατ` εξακολούθηση με απειλές ενωμένες με επικείμενο κίνδυνο σώματος και ζωής κατά του ίδιου του παθόντος και της οικογενείας του και με απειλή βλάβης της επιχειρήσεως του, καθώς και με προσφορά παροχής προστασίας για την αποτροπή προκλήσεως τέτοιας βλάβης από τρίτα πρόσωπα, κατά συνήθεια και κατ` επάγγελμα, γ) της συμμορίας και δ) της παράνομης οπλοφορίας και 3) ο τρίτος εξ αυτών Σ. Π.: α) της ηθικής αυτουργίας σε απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συρροή, β) της ηθικής αυτουργίας σε απλή συνεργεία σε απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συρροή, γ) της απόπειρας εκβιάσεως δ) της πλαστογραφίας με χρήση κατ` εξακολούθηση κατ` επάγγελμα και κατά συνήθεια, από την οποία το συνολικό όφελος υπερβαίνει το ποσό των 15.000 ευρώ, ε) της ηθικής αυτουργίας σε παράνομη οπλοφορία κατά συρροή και στ) της ηθικής αυτουργίας σε οπλοχρησία κατά συρροή, απορριπτόμενου κατά τη γνώμη που επικράτησε στο δικαστήριο του αυτοτελούς ισχυρισμού του τρίτου κατηγορουμένου ότι η τελεσθείσα από τον πρώτο κατηγορούμενο αξιόποινη πράξη έπρεπε, κατ` επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας, να χαρακτηρισθεί ως σκοπούμενη σωματική βλάβη και του αυτοτελούς ισχυρισμού του πρώτου κατηγορουμένου ότι η πράξη αυτή έπρεπε, κατ` επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας να χαρακτηρισθεί ως επικίνδυνη σωματική βλάβη. Κατά τη γνώμη όμως δύο μελών του δικαστηρίου, των ενόρκων.., από τα αποδεικτικά στοιχεία που αναφέρθηκαν προηγουμένως δεν αποδείχτηκε ότι ο πρώτος κατηγορούμενος είχε πρόθεση να σκοτώσει τους Α. Τ. και Δ. Ν. ούτε ότι ο δεύτερος κατηγορούμενος παρέσχε στον πρώτο απλή συνεργεία σε απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση ούτε ότι ο τρίτος προέτρεψε με πειθώ και φορτικότητα τους δύο πρώτους να τελέσουν τις αξιόποινες πράξεις της απόπειρας ανθρωποκτονίας κατά συρροή ο πρώτος και της απλής συνέργειας σε απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά συρροή ο δεύτερος, έστω και με τη μορφή του ενδεχόμενου δόλου, ενόψει και του ότι ο πρώτος κατηγορούμενος ήταν άριστος σκοπευτής και αν είχε ανθρωποκτόνο πρόθεση εύκολα μπορούσε να επιτύχει το σκοπό του. Αντίθετα, κατά τη γνώμη των πιο πάνω μειοψηφούντων μελών του δικαστηρίου, έπρεπε, κατά παραδοχή της σχετικής προτάσεως του Εισαγγελέως και του σχετικού ισχυρισμού του τρίτου κατηγορουμένου, να κηρυχθούν οι κατηγορούμενοι ένοχοι: 1) ο πρώτος εξ αυτών Ι. Σ. βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης κατά συρροή κατ` επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας της απόπειρας ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συρροή, 2) ο δεύτερος εξ αυτών Ε. Κ. απλής συνέργειας σε βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη κατά συρροή κατ` επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας της απλής συνέργειας σε απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συρροή και 3) ο τρίτος εξ αυτών Σ. Π. α) ηθικής αυτουργίας σε βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη κατά συρροή κατ` επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας της ηθικής αυτουργίας σε απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συρροή και β) ηθικής αυτουργίας σε απλή συνεργεία σε βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη κατά συρροή κατ` επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας της ηθικής αυτουργίας σε απλή συνεργεία σε απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συρροή, απορριπτόμενου και κατά τη γνώμη των μειοψηφούντων μελών του δικαστηρίου του ισχυρισμού του πρώτου κατηγορουμένου ότι η τελεσθείσα από αυτόν αξιόποινη πράξη έφερε τα χαρακτηριστικά της επικίνδυνης σωματικής βλάβης. Τέλος ο ισχυρισμός του πρώτου κατηγορουμένου ότι βρισκόταν σε άμυνα, πέρα από την αοριστία του, η οποία έγκειται στο ότι αυτός δεν ισχυρίζεται καν ότι υπήρχε άδικη και παρούσα επίθεση που στρεφόταν εναντίον του, είναι εν πάση περιπτώσει απορριπτέος ως κατ` ουσίαν αβάσιμος, αφού, με βάση τα παραπάνω γενόμενα δεκτά ως αποδειχθέντα ως προς τις συνθήκες τελέσεως των αξιόποινων πράξεων του δεν αποδείχτηκε ότι αυτός δέχθηκε τέτοια επίθεση." 

Με την κρινόμενη αίτηση για επανάληψη της διαδικασίας ο αιτών, ισχυριζόμενος ότι είναι αθώος και άδικα καταδικάστηκε από δικαστική πλάνη για έγκλημα που δεν διέπραξε, άλλως, κατ`εκτίμηση, ότι καταδικάστηκε για εγκλήματα βαρύτερα εκείνων που τέλεσε, επικαλείται και προσκομίζει ως νέες αποδείξεις, μεταγενέστερες του χρόνου διεξαγωγής της δίκης του στο άνω ΜΟΕ Αθηνών(Ιούνιο 2009), α) διάφορα έγγραφα που αφορούν τις σπουδές του, την επαγγελματική - οικονομική του πορεία και επενδύσεις του για εκτίμηση της προσωπικότητάς του, που φανερώνουν ότι δε μπορούσε να δώσει εντολή ανθρωποκτονιών στους φυσικούς αυτουργούς με αμοιβή, β) διάφορα έγγραφα (σχετικά της αιτήσεώς του με αρ. 31, 32, 33, 34, 35, 36, 37), που καταδεικνύουν την εγκληματική προσωπικότητα και διεθνή και εσωτερική εγκληματική δράση του πρώτου εκ των παθόντων την απόπειρα ανθρωποκτονίας, του Σύριου Α. Τ. και έγγραφες δηλώσεις του ιδίου, αλλά και του αδελφού του K. Τ., ότι ο αιτών την επανάληψη δεν έχει σχέση με τα συμβάντα της 18-3- 2003 και με όσα κατηγορείται και ότι οι δύο δράστες της ως άνω επιθέσεως ήθελαν απλώς να φοβίσουν και όχι να φονεύσουν τον Α. Τ., γ) την με αρ. 833-930/2013 απόφαση του ΜΟΕ Αθηνών, που καταδίκασε τον παθόντα Α. Τ. σε κάθειρξη 18 ετών, για απόπειρα ανθρωποκτονίας αστυνομικών της ΕΛΑΣ, που επιχείρησαν να τον συλλάβουν, σε εκτέλεση εντάλματος σύλληψης του Ανακριτή Αθηνών, για διωχθείσες κακουργηματικές πράξεις εγκληματικής οργάνωσης, απόπειρας ανθρωποκτονίας, εκβίασης και τοκογλυφίας, κατόπιν μηνύσεων του αιτούντος, που αναδεικνύουν και την προσωπικότητα του πρώτου παθόντος, δ) Δύο ένορκες καταθέσεις νέων μαρτύρων στο ακροατήριο του Αρείου Πάγου, ήτοι επικαλείται νέα έγγραφα και εμμάρτυρα αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία ομού με τα λοιπά στοιχεία της δικογραφίας, εξετασθέντες μάρτυρες, αναγνωσθέντα έγγραφα, καταδεικνύουν με βεβαιότητα την αθωότητά του, άλλως την ευθύνη του για ηθική αυτουργία σε απόπειρα σκοπούμενης σωματικής βλάβης, όπως έκρινε η μειοψηφούσα γνώμη δύο μελών του ΜΟΕ και όχι για ηθική αυτουργία σε απόπειρα τέλεσης δύο ανθρωποκτονιών. Από τα παραπάνω νέα αποδεικτικά στοιχεία σε συνδυασμό με όλα τα λοιπά αποδεικτικά μέσα, που προκύπτουν από τα πρακτικά της με αρ. 372-390/2009 αποφάσεως του ΜΟΕ Αθηνών, προκύπτουν τα ακόλουθα: Ο καταδικασθείς αιτών την επανάληψη της διαδικασίας Σ. Π., μετά την άνω καταδίκη του, στις 10-5-2011 υπέστη καρδιακή προσβολή και υποβλήθηκε σε εγχείρηση ανοικτής καρδιάς, τριπλής αρτηριακής μεταμόσχευσης στο ΠΓΝ .., λόγος για τον οποίον, με τη με αρ. 178/2013 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Χαλκίδος, διεκόπη η έκτιση της άνω επιβληθείσας σε αυτόν ποινής καθείρξεως 29 ετών και ενός μηνός, λόγω ανήκεστης βλάβης της υγείας του και μάλιστα, με τη με αρ. 63054/2013 απόφαση του ΕΔΔΑ, κατόπιν προσφυγής του, καταδικάστηκε η Ελλάδα, για καθυστέρηση εκτέλεσης της παραπάνω απόφασης διακοπής της έκτισης της ποινής του. Από το σύνολο των παραπάνω αποδεικτικών στοιχείων, συνάγεται ότι ο παθών Α. Τ., είχε οικονομικές αξιώσεις κατά του αιτούντος από εκτέλεση εργολαβίας σε κατασκευαζόμενο στα ... Γυμναστήριο του αιτούντος και από τοκογλυφικά δάνεια και από κατοχή πλαστών επιταγών σε βάρος του αιτούντος, τον οποίο, βρισκόμενο σε αδυναμία πληρωμών και εκβίαζε για να πληρωθεί, ενώ ο αιτών βρισκόταν υπό χρεωκοπία και αδιέξοδα, γιαυτό και με εντολή του (του αιτούντος), με υπόσχεση αμοιβής, πείστηκαν και κινήθηκαν οι δύο δράστες των πυροβολισμών, Ι. Σ. και Ε. Κ., με σκοπό να απειλήσουν, να εκβιάσουν και να αποτρέψουν τον Α. Τ. από κάθε δικαστική κίνηση, σφράγιση ακάλυπτων επιταγών σε τράπεζες και επιδίωξη ικανοποίησης των απαιτήσεών του, και έτσι αυτοί οι ανωτέρω δύο, κατ`εντολή του αιτούντος, μετέβησαν την 18-3-2003, στο μικρό κατάστημα χρωμάτων- επίπλων του Α. Τ., χωρίς καλυμμένα τα πρόσωπά τους και οπλοφορούντες, κρατώντας ανά χείρας πιστόλια, ενώ δύο ακόμα άλλα άγνωστα συνεργά πρόσωπα, στάθηκαν στην είσοδο του καταστήματος για υποστήριξη, εισήλθαν στο κατάστημα, μπροστά σε πελάτες, όπως του τυχαία παρευρισκόμενου και μη έχοντος σχέση με την υπόθεση και τη διαφορά του αιτούντος, του παθόντος Δ. Ν., και ο από αυτούς Ι. Σ., λέγοντας στον Α. Τ. " έλα βγες έξω μαλάκα, θα ξαναπάς στην τράπεζα .. ", πυροβόλησε πρώτα κάποιους υαλοπίνακες που ήταν στον τοίχο, πάνω και πίσω από το γραφείο που καθόταν ο Α. Τ. και με δεύτερη σφαίρα κτύπησε αυτόν, που κινήθηκε να τραβήξει πιστόλι, στον μηρό δεξιού ποδιού, προκαλώντας του διαμπερές τραύμα. Στη συνέχεια, ο Ι. Σ., επειδή ο παθών παρευρισκόμενος πελάτης Δ. Ν., μετά τους άνω δύο πυροβολισμούς, σηκώνοντας τα χέρια του στράφηκε με σηκωμένα τα χέρια κατά του πυροβολήσαντος Ι. Σ., πυροβόλησε και αυτόν ρίχνοντας μία ακόμα σφαίρα και τον τραυμάτισε στον αριστερό γλουτό, προκαλώντας του διαμπερές τραύμα από κοντινή απόσταση. Οι εξετασθέντες στο ακροατήριο του Αρείου Πάγου μάρτυρες κατέθεσαν ότι ο αιτών σε καμία περίπτωση δεν έβαλε τους δύο αυτουργούς να αποπειραθούν την ανθρωποκτονία του Α. Τ., αλλά απλώς να τον απειλήσουν. Ενόψει όλων των εν γένει συνθηκών τελέσεως των παραπάνω αδικημάτων, με συμμετοχή τεσσάρων ανδρών με πιστόλια για εκβίαση του Α. Τ., μέσα στο κατάστημά του σε ώρα κίνησης, χωρίς κάλυψη των προσώπων τους και με πυροβολισμούς μόνον από τον ένα από αυτούς, τον Ι. Σ., με πυροβολισμούς από πολύ κοντινή απόσταση 1,5 μέτρου, από έμπειρους πληρωμένους οπλοφόρους, συνάγεται η κρίση, ότι σκοπός αυτών και του ηθικού αυτουργού αιτούντος δεν ήταν η ανθρωποκτονία ή η απόπειρα ανθρωποκτονίας, την οποία αν είχαν αποφασίσει και θελήσει, ασφαλώς εύκολα θα είχαν επιτύχει από τόση κοντινή απόσταση και δεν θα αστοχούσε ο Ι. Σ., όπως δέχθηκε το ΜΟΕ, αλλά σκοπός των δραστών ήταν να εκφοβίσουν και να εκβιάσουν τον πρώτο παθόντα Α. Τ. και να τον αποτρέψουν από κάθε δικαστική κίνηση, σφράγιση ακάλυπτων επιταγών σε τράπεζες και επιδίωξη ικανοποίησης των απαιτήσεών του, ήτοι διάπραξης απόπειρας σκοπούμενης σωματικής βλάβης, για την οποία και τους είχεν παρακινήσει και προκαλέσει την απόφαση ο νυν αιτών Σ. Π.. Κατ` ακολουθία των παραπάνω, από τα άνω επικαλούμενα ως νεότερα ως παραπάνω στοιχεία, αποτελούντα νέα άγνωστα στοιχεία στους δικαστές και στους ενόρκους που τον καταδίκασαν, από μόνα τους ή σε συνδυασμό με εκείνα τα προαναφερθέντα αποδεικτικά στοιχεία, που είχαν προσκομισθεί και συνεκτιμηθεί προηγουμένως από τους δικαστές στο δικάσαν την εν λόγω υπόθεση δευτεροβάθμιο ΜΟΕ Αθηνών, γίνεται φανερό ότι ο καταδικασθείς αιτών, δεν είναι αθώος, πλην καταδικάστηκε για εγκλήματα βαρύτερα εκείνων που διέπραξε και δη καταδικάστηκε για την άνω αξιόποινη πράξη της ηθικής αυτουργίας σε απόπειρα δύο ανθρωποκτονιών με πρόθεση, ηθικής αυτουργίας σε απλή συνέργεια απόπειρας δύο ανθρωποκτονιών και ηθικής αυτουργίας οπλοχρησίας κατά συρροή στις άνω απόπειρες ανθρωποκτονιών, ενώ έπρεπε να καταδικαστεί για ελαφρότερα εγκλήματα ηθικής αυτουργίας σε βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη κατά συρροή και ηθικής αυτουργίας σε απλή συνέργεια βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης κατά συρροή (άρθρου 310 παρ.3 ΠΚ) και για ηθική αυτουργία σε οπλοχρησία για τέλεση των παραπάνω πράξεων, όπως έκρινε και η μειοψηφούσα γνώμη δύο μελών του άνω ΜΟΕ Αθηνών. Συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση επαναλήψεως της διαδικασίας πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως κατ` ουσίαν βάσιμη, αφού τροποποιείται ουσιωδώς ο χαρακτήρας των πράξεων που τέλεσε ο αιτών και μεταβάλλεται το είδος και η απειλούμενη ποινή αυτών και πρέπει να ακυρωθεί εν μέρει η προσβαλλόμενη απόφαση, για τα εγκλήματα μόνον που επηρεάζονται από την παραπάνω διαφορετική εκτίμηση, όπως στο διατακτικό. Λόγω δε παραδοχής της κρινόμενης αίτησης επανάληψης, το κατά την παρ. 6 του άρθρου 527 ΚΠΔ προβλεπόμενο επεκτατικό αποτέλεσμα, θα ισχύσει για όλους όσους καταδικάστηκαν ως φυσικοί αυτουργοί, αφού οι λόγοι για τους οποίους έχει ζητηθεί και έγινε δεκτή η αίτηση, δεν αφορούν και δεν αρμόζουν αποκλειστικά στο πρόσωπο του αιτήσαντος την επανάληψη ηθικού αυτουργού. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Δέχεται εν μέρει την από 4-7-2014 αίτηση του Σ. Π. του Α. περί επαναλήψεως της ποινικής διαδικασίας η οποία περατώθηκε με την έκδοση της αμετάκλητης με αρ. 372-390/2009 αποφάσεως του ΜΟΕ Αθηνών, κατά τις διατάξεις της που κήρυξε ένοχο τον αιτούντα, για τις πράξεις της ηθικής αυτουργίας σε απόπειρα δύο ανθρωποκτονιών με πρόθεση, ηθικής αυτουργίας σε απλή συνέργεια απόπειρας δύο ανθρωποκτονιών και ηθικής αυτουργίας οπλοχρησίας κατά συρροή και κατά τις διατάξεις που επέβαλε ποινές για τις άνω ακυρούμενες πράξεις και συνολική ποινή. Επεκτείνει το άνω ακυρωτικό αποτέλεσμα και στους φυσικούς αυτουργούς των ανωτέρω μόνον αξιοποίνων πράξεων Ι. Σ. και Ε. Κ. και ακυρώνει την απόφαση και κατά τις ανωτέρω μόνον πράξεις και ως προς αυτούς. Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 17 Δεκεμβρίου 2014. Και Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 15 Ιανουαρίου 2015. Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Ρ.Κ.

Must red-read

Ακαταδίωκτο δημοσίων υπαλλήλων και μελών Δικηγορικών Συλλόγων

  27/2023 ΑΠ (Α` ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Αστικώς ανεύθυνο δημοσίων υπαλλήλων. Περιλαμβάνει και την ευθύνη αυτών από προσβολές της προσωπικότ...